• Υπογλώσσιο #20

    ΧΟΡΗΓΕΙΤΑΙ ΧΩΡΙΣ ΙΑΤΡΙΚΗ ΣΥΝΤΑΓΗ

    Τα «υπογλώσσια» είναι μικρές φράσεις ή λέξεις υπαρκτές στην Ελληνική γλώσσα και που το νόημά τους δεν μας είναι ακριβώς γνωστό, είναι δηλαδή και υπογνώσια. Θα γράφω τέτοια συχνά για να διαβάζονται εύκολα και μην ξεχνιώμαστε.
    Οι παραπομπές στη βιβλιογραφία βρίσκονται στο τέλος της σελίδας
    Περί φαρμάκων, φαρμακών και καθαρμάτων
    ΕΙΣΑΓΩΓΗ Οι λεξεις αυτές εχουν αλλάξει σημασίες δια μέσου των αιώνων. Σήμερα τα φαρμακεία γίνονται ανοικτό επάγγελμα, η φαρμακεία διώκεται ποινικά, ο φαρμακός εκλείπει και τα καθάρματα αυξάνονται και πληθύνονται. Σκόπιμο λοιπόν και ενδιαφέρον να παρακολουθήσουμε την ιστορία αυτών των λέξεων.  
    ΤΑ ΡΗΜΑΤΑ  

    καθαίρω

    Να μην το συγχέουμε με το καθαιρώ: κατεβάζω.

    Το καθαίρω σημαίνει καθαρίζω, καθιστώ κατι καθαρον, παστερεύω, αλλα και με τη θρησκευτικη εννοια εξαγνιζω καποιον. Η ριζα ειναι πελασγικη «κατ-»: κοπτω, τέμνω. . Αρα δεν ειναι συνθετη λέξη. Το ρήμα στη μέση φωνή καθαίρομαι σημαίνει εξαγνίζομαι, καθαρίζομαι μεταφορικως.

    Καθαρός ειναι ο εκτομίας, ο ευνούχος (castratus*), απαλαγμένος απο βρώμικες σκεψεις**. Ο Κάσιος Casius ειναι ο αγνός. Πέρασε στην Ιστορια και ως κύριο όνομα.

     

    * Πρβλ. Την εξαισια σειρα γελοιογραφιών του Αρκά, "Καστράτο" με ηρωα ενα ευνουχισμένο γάτο.

    ΚΑΣΤΡΑΤΟ

    Ο ευνούχος απαλλάχτηκε από την δημιουργία κακών σκέψεων επειδή στερήθηκε από τα κέντρα καταγραφής της αδιαφορίας (όρχεις). Αν ήταν μέλος της «Ενώσεως των Σταρχιδιστών» διεγράφετο αυτοδικαίως. Ο ίδιος βέβαια δεν έκανε καμιά άλλη προσπάθεια για την αποβολή των κακών σκέψεων. Ας τονισθεί ότι για τους Άγιους Πατέρες αμαρτία = γενετήσια ορμή. Η σιμωνία και τοκογλυφία τους, και οι δολοφονίες και συνωμοσίες από τους ευνούχους του Ιερού Παλατιού δεν μετρούσαν τόσο σαν αμαρτίες.

    Παράγωγα

    κάθαρμα, κάθαρση, καθαρτήριο, καθάρσιο.

    Αναφορές, Παραδείγματα

    ποῖον φίλον, ποῖον συγγενῆ, ποῖον δημότην1 χρὴ τούτῳ χαρισάμενον κρύβδην φανερῶς τοῖς θεοῖς ἀπεχθέσθαι; νῦν οὖν χρὴ νομίζειν τιμωρουμένους καὶ ἀπαλλαττομένους Ἀνδοκίδου τὴν πόλιν καθαίρειν καὶ ἀποδιοπομπεῖσθαι καὶ φαρμακὸν ἀποπέμπειν καὶ ἀλιτηρίου ἀπαλλάττεσθαι, ὡς ἓν τούτων οὗτός ἐστι.

    Λυσίου - Κατά Ἀνδοκίδου 6.53

    Καθαρθῶμεν τὰς αἰσθήσεις καὶ ὀψόμεθα τῷ ἀπροσίτῳ φωτὶ τῆς Ἀναστάσεως Χριστὸν ἐξαστράπτοντα καὶ χαίρετε φάσκοντα τρανῶς ἀκουσόμεθα, ἐπινίκιον ἄδοντες.

    Ιωάννης Δαμασκηνός

    Τας ψυχάς ημών αγίασον, τα σώματα άγνισον, τους λογισμούς διόρθωσον, τας εννοίας κάθαρον, και ρύσαι ημάς από πάσης θλίψεως, κακών και οδύνης.

    Ακολουθία του Αποδείπνου

     

    φαρμακώνω

    Σήμερα στην Δημοτική φαρμακώνω σημαίνει ποτίζω κάποιον με δηλητήριο γιά νά τον σκοτώσω, φαρμακεύω, δηλητηριάζω : πχ. Η αστυνομία φαρμακώνει τα αδέσποτα σκυλιά.

    Μέση φωνή φαρμακώθηκε=αυτοκτόνησε , πχ. γιατί την παράτησε ό άγαπητικός της. Αντίθετα η μεση φωνη του δηλητηριάσθηκε συνήθως αφορά ακούσια δηλητηρίαση απο κατανάλωση ακατάλληλης τροφής. πρβλ. Κέντρον Δηλητηριάσεων.

    2) ενεργώ ή συντελώ στό νά αισθανθεί κάποιος μια πικρή γεύση : μτφ. προκαλώ πικρίαν, επιφέρω βαθειά θλίψη: μέ φαρμάκωσε μέ τά λόγια του

    3) Σχετικά με το φαγητο η ποτό σημαίνει το τρώγω ή πίνω με υβριστικό χαρακτήρα οπως στην έκφραση: «το φαϊ σου είναι έτοιμο κάτσε και φαρμάκωσε, παλιόπαιδο! » [2,7573]
    Κατά τον Ησύχιο[5] Φαρμακίτης ειναι ο αδηφάγος, αυτός που τρώει οτιδήποτε, και κατ΄ επέκταση: ο λαίμαργος.

    Το ρήμα προέρχεται απο το φάρμακον

     

    Φάρμακον

    1) Ουσία που ασκεί θεραπευτική επίδραση δηλ. επαναφέρει στην φυσιολογική κατάσταση την λειτουργία του πάσχοντος οργανισμού ή αποτρέπει την επιδείνωση της υγείας του.

    2) Δηλητήριο, φαρμάκι

    3) Μαγικό ποτό

    4) Μέσον για την επίλυση κάποιου προβλήματος. Πρβλ. τίτλο εστιατορίου "Το φάρμακο της πείνας", το φάρμακο της αϋπνίας είναι ο ύπνος.

    Ομόρριζα[5]

    Ησύχιος - ΦΑΡΜ

    φαρμακομύτης ή φραμακόγλωσσος: ο φθονερός ο κακεντρεχής. Αυτος που γράφει η που μιλάει με κακεντρέχεια. Εδώ δεν προκειται για το αισθητηριο μύτη (ρις) αλλα΄για τήν μύτη της πέννας ή του μολυβιού του γράφοντος φαρμακομύτη.

    Συνώνυμα

    • γιατρικό (ίατρος, γιατρός)
    • ίαμα (Αρχ.)
      πρβλ. ιαματικά λουτρά, ιαματικό νερό
    • φαρμάκι (μόνο επί δηλητηρίων)
      πρβλ. Σε πότισα ροδόσταμο με πότισες φαρμάκι

    Συγγενικά

  • Βοτάνι
  • Ματζούνι
  • Επωνυμα

    Φαρμάκης

    Ο Ιωάννης Φαρμάκης ήταν Έλληνας Φιλικός αγωνιστής του 1821. 

    Φαρμακίδης

    Ο Θεόκλητος Φαρμακίδης, κατά κόσμο Θεοχάρης Φαρμακίδης, (15 Ιανουαρίου 1784 – Αθήνα 26 Απριλίου 1860) ήταν διδάσκαλος του Γένους, κορυφαίος Νεοέλληνας διαφωτιστής, αγωνιστής της Ελληνικής Επανάστασης, λόγιος κληρικός και πρωτοπόρος δημοσιογράφος.

    Παροιμίες[3]

    Η αρρώστια θέλει φάρμακα, θέλει ζεστό κρεβάτι[3.20]

    Αρρώστου χείλια φαίνονται και νηστικού μαγούλαις

    Σαν πεθάνει ο άρρωστος δεν χρειάζεται φάρμακα[3.22]

    Άντρα μου για να γκαστρωθώ δεν με δικάν' τα βότανα

    Άντρα μου για να γκαστρωθώ δεν με [ω]φελούν τα ξόρκια

    *) δικάν[ε] = δικούν, δικαιώνουν = η σύλληψη δεν κρίνεται από τα βότανα, φάρμακα.

     

     

    φαρμακοποιός

    Επιστήμων που έχει σπουδάσει φαρμακολογία και μπορει (de facto και de jure )* να παρασκευάζει φάρμακα.

    Ο βοηθός του ηταν παλαιότερα αυτος που προετοίμαζε: κοπάνιζε, έτριβε τα συστατικά του φαρμάκου σε γουδί και λέγοταν φαρμακοτρίφτης.

    Ο φαρμακοποιός εργάζεται σε ένα φαρμακείο**. Στην πράξη σήμερα είναι μάλλον φαρμακοπώλης (αυτός που πουλάει φάρμακα) γιατί η κατασκευή των φαρμάκων έχει πλέον βιομηχανοποιηθεί.

    *) de facto (εκ των πραγματων) γιατι απαιτούνται ειδικές γνώσεις αλλά και de jure (εκ του νόμου) γιατί απαιτείται ειδική κρατική αδεια.

    **) Φαρμακείο λέμε και την τσάντα ή το φορητό κουτί με φάρμακα, συνήθως πρώτης αναγκης, που έχουμε στο αυτοκίνητο. Μεταφορικώς ονομάζουμε κάποιο πολύ ακριβό κατάστημα.

     

    φαρμακεία (η)

    Η φαρμακεία κυριολεκτικά σημαίνει την παροχή και χρήση φαρμακου.

    Ομως απο πολύ παλιά σήμαινε το σημερινό φαρμάκωμα: Εσκεμένη, δόλια και εγκληματική θανάτωση κάποιου με χρήση δηλητηριωδών ουσιών.

    Φαρμακεία λέγεται όταν δια τινος σκευασίας θανατηφόρου προς φιλτρον ή άλλως δοθή τισι δια στόματος.

    Σουιδα - Λημα Φαρμακεία

    Να μην το συγχέουμε με την ονομαστική πληθυντικού της λέξης φαρμακείο: τα φαρμακεία.

     

    Φαρμακός[4]

    Αυτός που φονεύται, από πολλούς, με σκοπό την κάθαρση, τον ηθικό καθαρμό της πόλεως από κάποιο άγος (μίασμα).

    Η μεταφορική έννοια της λέξης «φαρμακός» χρησιμοποιείται στον Αριστοφάνη ισότιμα με τη λέξη «κάθαρμα».

    εὖ γ᾽ ἐπενόησας οὗπέρ ἐστιν ἄξιος, πόρναισι καὶ βαλανεῦσι διακεκραγέναι, καί σ᾽ ἀντὶ τούτων ἐς τὸ πρυτανεῖον καλῶ ἐς τὴν ἕδραν θ᾽, ἵν᾽ ἐκεῖνος ἦν ὁ φαρμακός. ἕπου δὲ ταυτηνὶ λαβὼν τὴν βατραχίδα: κἀκεῖνον ἐκφερέτω τις ὡς ἐπὶ τὴν τέχνην, ἵν᾽ ἴδωσιν αὐτὸν οἷς ἐλωβᾶθ᾽ οἱ ξένοι. *

    Αριστοφάνης - Ιππής -1400.

    Ο μεταφραστής των Κωμωδιών του Αριστοφάνη, Θρ. Σταύρου αποδίδει το «φαρμακός» με το «αχρείος».

    Συνώνυμο

  • Κάθαρμα
  •  

    Καθαρμα[4]

    Ο φαρμακός. Ο αυτός που παίρνει όλες τις αμαρτίες.

    Στους αρχαίους χρόνους, όταν μια πόλη προσβαλλόταν από επιδημία ή άλλα θανατικά, θυσίαζαν, για να εξιλεώσουν το θείο, έναν από τους πολίτες, είτε εγκληματίας ήταν αυτός είτε κανένας άχρηστος και φαύλος. Αυτούς που θυσίαζαν, τους θεωρούσαν «καθάρματα». Αργότερα σαν καθάρματα χρησιμοποιούσαν ζώα (για να ξεπλύνει η ντροπή, το άγος), που τα τύλιγαν με ταινίες και άλλες πολύτιμες διακοσμήσεις.

    Ετσι έχουμε το εξιλαστήριο θύμα, τον αποδιοπομπαίο τράγο*, τον αμνόν του θεού τον αίροντα την αμαρτίαν του κόσμου**.

    Ηταν όλοι τους καθάρματα (σ.σ. με την αρχαία έννοια του όρου)

    Είτε γιατί έπαιρνε απάνω του τις αμαρτίες όλων είτε γιατί ήταν αμαρτωλός πριν αποφασισθεί η θανάτωσή του, το καθαρμα ήταν φορτωμένο με όλες τις αμαρτίες. Γι αυτό σήμερα η λέξη σημαίνει ανάξιος, τιποτένιος, ελεεινός.

    Ο Ησύχιος[5.387] δίνει πολύ εξειδικευμένη ερμηνεία στη λέξη «κάθαρμα»:

    κάθαρμα

    Η θυσία στις χθόνιες θεότητες γινόταν με τη ρίψη ενος χοιριδίου σε κάποιο βάραθρο (μέγαρον).

    Απο εκεί το μεγαρίζω, μετέπειτα μαγαρίζω: συμπεριφέρομαι ως εθνικός, ειδωλολάτρης, άρα παραβιάζω τους κανόνες της θρησκείας, νηστείες κλπ.

     
    *) Κατά το Εβραικό Γιομ Κιππούρ - Ημερα της Συγχώρησης που γιορτάζονταν στο τελος Σεπτέμβρη οι Εβραίοι ζητουν συγχώρεση απο τον Θεό. Ενας τράγος που αίρει τις αμαρτίες του λαού αποδιώχνεται στήν έρημο.
     

    **) Τῇ ἐπαύριον βλέπει ὁ Ἰωάννης τὸν Ἰησοῦν ἐρχόμενον πρὸς αὐτόν, καὶ λέγει· Ἴδε ὁ ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ ὁ αἴρων τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου.

    Κατα Ιωάννην 1.29

    Ο ΑΜΝΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ - Βιτράϊγ απο την Εκκλησία του Αγίου Ιγνατίου στο Chestnut Hill, Massachusetts, βοηθειά σας!

    Αμνός του θεού

     

     

    κάθαρσις

    Η πράξη ή το αποτέλεσμα του ρήματος καθαίρω, που σημαίνει απαλλαγή από κάτι ξένο ή βλαβερό. Συνώνυμες έννοιες είναι ο καθαρμός και ο εξαγνισμός. Ο όρος αυτός απαντάται με διαφορετική σημασία στην ιατρική, την υγιεινή, το θέατρο και συγκεκριμένα στη τραγωδία, και στις διάφορες θρησκείες. Σημειώνεται όμως ότι τόσο στο θέατρο όσο και στις θρησκείες η κάθαρση αποτελεί μια ψυχοθεραπευτική διαδικασία. Ο αναφερόμενος σε κάθαρση λέγεται γενικά "καθαρτήριος", ο δε τόπος που επιχειρείται συνηθέστερα αυτή, λέγεται "καθαρτήριο", (στην υγιεινή λοιμοκαθαρτήριο), ενώ το μέσον δια του οποίου επιχειρείται αυτή, ονομάζεται "καθαρτήρας", ή "καθαρτικό" (στην ιατρική), και στην αρχαιότητα «κάθαρμα».

    Βαθύτερο νόημα στήν λέξη δίνει ο Αριστοτέλης στον περίφημο ορισμό του για την τραγωδία:

    Ἐστὶν οὖν τραγωδία μίμησις πράξεως σπουδαίας καὶ τελείας, μέγεθος ἐχούσης, ἡδυσμένῳ λόγῳ, χωρὶς ἑκάστῳ τῶν εἰδὼν ἐν τοῖς μορίοις, δρώντων καὶ οὐ δι’ ἀπαγγελίας, δι’ ἐλέου καὶ φόβου περαίνουσα τὴν τῶν τοιούτων παθημάτων κάθαρσιν

    Η κάθαρση είναι ένας όρος στη δραματική τέχνη που περιγράφει τη «συναισθηματική κάθαρση» μερικές φορές απεικονίζεται σε ένα θεατρικό έργο, όπως συμβαίνει για έναν ή περισσότερους από τους χαρακτήρες του, καθώς και το ίδιο φαινόμενο, στο πλαίσιο εμπειριών του κοινού. Περιγράφει μια ακραία αλλαγή στο συναίσθημα, που εμφανίζεται ως το αποτέλεσμα βιωμάτων που δημιουργουν έντονα συναισθήματα (όπως η θλίψη, ο φόβος, κρίμα, ή ακόμα και το γέλιο). Έχει περιγραφεί ως «κάθαρση» ή «εξαγνισμός» αυτων των συναισθημάτων.

     
    Ο Οιδίπους
    το κάθαρμα.

    ΣΥΛΛΟΓΙΚΕΣ ΝΕΚΡΙΚΕΣ ΤΕΛΕΤΟΥΡΠΕΣ[4.215]

    Ιδιαίτερο ενδιαφέρον εχει η αιτιολογική διήγηση για τήν αττική λατρεία του Οιδίποδα, που παρουσιάζεται δραματουργικά στον Οιδίποδα επι Κολωνώ τοΰ Σοφοκλή. Οπως ό φαρμακός που εκδιώκεται άπό μια πόλη για να τή θεραπεύσει άπό κάποιο μίασμα, έτσι καί ό Οιδίπους είναι αμφίσημη μορφή: εγκληματίας και μιαρός, άλλα και φορέας συλλογικής ευημερίας.Η προέλευση αύτοΰ τοΰ παραδόξου έχει μελετηθεί, ιδιαίτερα οσον άφορα τις εκφάνσεις του στήν αρχαία ελληνική τραγωδία και θρησκεία.

    και παρακάτω, στο ιδιο[4.297]:

    Παρόμοια και ό Αχιλλέας, ό άριστος των Αχαιών, που τον τιμούσαν μέ τελετουργικούς θρήνους κατά τήν έναρξη των εκάστοτε ολυμπιακών αγώνων, υπέμεινε προσβολές και στερήθηκε το επάξια κερδισμένο γέρας του, μέ αποτέλεσμα ή οργή του νά επιφέρει στην κοινότητα, μέ θεϊκή συνεπικουρία, δεινά ποΰ μπορούσαν νά λήξουν μόνο μέ τήν αποκατάσταση της τιμής του. Σε μια παραλλαγή από την τραγωδία ό Αχιλλέας απειλείται ακόμη και μέ λιθοβολισμό, τυπικό τρόπο συλλογικής κακοποίησης τοΰ ήρωα ή του αποδιοπομπαίου τράγου [φάρμακού].

     
    Φαρμακολύτρια

    Αναστασία η ΦαρμακολύτριαΗ αγία μεγαλομάρτυς Αναστασία, η φαρμακολύτρια, ζούσε στη Ρώμη επί Διοκλητιανού και καταγόταν από πλούσια οικογένεια. Η Αναστασία διακρινόταν για την ομορφιά του σώματος, τη μόρφωση, το άμεμπτο ήθος και τη σωφροσύνη της. Ο πατέρας της ήταν ειδωλολάτρης, Ρωμαίος πατρίκιος, Πραιτεξτάτος ονομαζόμενος και ή μητέρα της Φαύστα. Τη χριστιανική πίστη διδάχτηκε από τη μητέρα της και το διδάσκαλό της, το Χρυσογόνο. Παρά τη θέλησή της παντρεύτηκε τον Πούπλιο, φανατικό ειδωλολάτρη που μισούσε θανάσιμα τους χριστιανούς. Η Αναστασία, όμως, όχι. Γι’ αυτό και δεν άργησε να δεχθεί το Βάπτισμα και να γίνει χριστιανή.

    Μάζευε τα άνθη συγκεκριμένων φυτών, τα έβραζε, τοποθετούσε το απόσταγμα σε φιαλίδια, και με τις κατάλληλες αναλογίες κάθε φορά, κατάφερνε να γιατρεύει αρρώστους. Η πεποίθηση ότι πολλές αρρώστιες και προβλήματα έχουν την αιτία τους στη μαγεία, ξόρκια και μαγγανείες, της έδωσε το προσωνύμιο Φαρμακολύτρια.

    «Εντεύθεν, κρυφίως περιερχομένη τας οικίας των πτωχών και τας φυλακάς των του Χριστού μαρτύρων και προσφέρουσα αυτοίς τα επιτήδια, σπογγίζουσα αυτών τας πληγάς, λύουσα αυτούς των δεσμών και τας οδύνας αυτών θεραπεύουσα, επωνομάσθη εκ τούτου φαρμακολύτρια».

    Γιορτάζει στις 22/12

    ΠΗΓΗ: http://vatopaidi.wordpress.com


    Οι πληροφοριες μεταφέρονται απο την ΠΗΓΗ χωρις αυτο να σημαίνει ότι τις αποδέχομαι ως αλήθεις. Α. Στουγιαννίδης

     
         
         
         
         
         
    ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

    1) 428 - Α. Βακαλούδη - Η ΜΑΓΕΙΑ ΩΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ ΣΤΟ ΠΡΩΙΜΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ - ΕΝΑΛΙΟΣ -2001

    2) 300, ΜΕΓΑ ΛΕΞΙΚΟΝ ΟΛΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΗΣ, Δ. ΔΗΜΗΤΡΑΚΟΣ, ΔΟΜΗ

    3) 3, ΙΑΤΡΙΚΗ ΠΑΡΟΙΜΙΟΛΟΓΙΑ, Γ. ΡΗΓΑΤΟΣ, ΒΗΤΑ, 2002.

    4) 624 R. Seaford, ΑΝΤΑΠΟΔΟΣΗ ΚΑΙ ΤΕΛΕΤΟΥΡΓΙΑ - ΜΙΕΤ -2003

    5) 9054, Ησυχίου - Λεξικόν

    6) 9181 - Ι. Βενιζέλου - Παροιμίαι Δημώδεις

     
    Copyright 2011© Αρης Στουγιαννίδης www.stougiannidis.gr