Λέσχες Αγριμιών |
||
Αγρίμια κι΄αγριμάκια μου |
||
Παραδοσιακό Ριζίτικο Τραγούδι | ||
Εκτελέσεις: Ψαραντώνης Νίκος Ξυλούρης Χαράλαμπος Γαργανουράκης |
- Αγρίμια κι αγριμάκια μου,
λάφια μου μερωμένα,
πέστε μου πού'ναι οι τόποι σας,
πού'ναι τα χειμαδιά σας;
- Γκρεμνά'ναι εμάς οι τόποι μας,
λέσκες τα χειμαδιά μας,
τα σπηλιαράκια του βουνού
είναι τα γονικά μας.
Ο Ξανθιδάκης στο [156 σ. 282] αντιλαμβανεται το λέσκες ως πληθυντικό του (μάλλον ανύπαρκτου) "λέσκα" :
λέσκα, η - ενδιαίτημα αγριμιών, μέρος απόκρημνο, στο οποίο συχνά παγιδεύονται τα αιγοπρόβατα. «Βουνά 'ναι 'μάς οι τόποι μας, λέσχες τα χειμαδιά μας » (από ριζίτικο για αγρίμια). Ιταλ. la esca (= το δόλωμα) με ένω, του άρθρου la. Κατά τον Γ. Πάγκαλο, από το αρχ. λέσχη < λέχομαι = πλαγιάζω, ετυμ. πολύ πιθανή (λέσχη < *λέχσκα < λέχομαι).
λεσκώνω = μπαίνω σε λέσκα, παγιδεύομαι σε λέσκα. «Ελεσκώσανέ μου οι αίγες και πρέπει να κρεμαστώ με σκοινί να τσι βγάλω!». Από το λέσκα (βλ. λ.) + κατάλ. -ώνω.
Αν η ονομαστική "λέσκα" είναι "λέσκη" τότε ο πληθυντικός θα ήταν πάλι "λέσκες".
Αν το πρόβατο ετοποθετείτο μέσα στην παγίδα επίτηδες τότε θα ήταν δόλωμα (πχ για να πιάσουμε το λύκο) τότε και η ετυμολόγηση από το la esca (= το δόλωμα) θα ήταν αποδεκτή. Ομως το πρόβατο πέφτει ή πάει μόνο του μεσα στην λέσκα (λέσκη) και έτσι ο Γ. Παγκαλος έχει δικιο.
Είτε λέσκα ειτε λέσκη, η λέξη ειναι ουσιατικό.
Τα χειμαδιά δεν μπορει να δεχονται ως κατηγορουμενο το "λέσκες". Εδω υπονοείται το συνδετικό ρήμα "είναι".
Το σωστό ειναι Γκρεμνά' [εί]ναι εμάς οι τόποι μας,
λέσκες και χειμαδιά μας, Δηλ. οι γκρεμνοί είναι οι τόποι μας, τα μέρη που κοιώμαστε (λέσκες) και που ξεχειμωνιάζουμε (χειμαδιά),
οι μικρες σπηλιές του βουνού ειναι οι πατρικές μας κατοικίες.
Ο Καθ. Γ. Μπαμπινώτης στο [131 σ. 774] οριζει την λέσκη (ή λέσχη) ως τόπο ανάπαυσης. λέσχη ετυμ. αρχ. [ήδη ομηρικό, πβ. Όδ. σ 328-9: ού< έθέλεις εύδειν χαλκήϊον ες δόμον έλθών ηέ που ί λέσχην, άλλ' ένθάδε πόλλ' αγορεύεις] < *λέχ-σκα (μ αντιμετάθεση) < θ. τού ρ. λέχομοι «κοιμούμαι, ξοπλώνω» και τού ουσ. λέχος «κρεβάτι, ανάκλιντρο: για το οποίο βλ.λ. λεχώνα. σημασ. αρχική σημ. «υπνωτήριο, κοιτώνας» ήδι αρχ. σημ. «δημόσιος χώρος συναντήσεων, εντευκτή ριο» (κυρ. στη Σπάρτη και στον δωρικό κόσμο).
ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΛΕΞΗΣ
λέσχη, αδολεσχία, λεχώνα - κλαμπ Η αρχαία λέξη λέσχη είχε αρχικά άλλη σημασία από αυτή με την οποία τη γνωρίζουμε σήμερα. Σήμαινε «κοίτη», «τόπος όπου κείται, ξαπλώνει κανείς», συνεπώς «τόπος ανάπαυσης».Έτσι, μεταφορικά απαντά και με τη σημασία «τάφος». Η αρχική αυτή σημασία οφείλεται στο ότι η λ. λέσχη προέρχεται από το θέμα λέχ- τού ρήματοςνλέχομαι «κοιμάμαι, ξαπλώνω» και είναι ομόρριζη με τα αρχ. λόχος και λέκτρον (βλ. Αλέκτωρ = αυτός που δέν κοιμάται, ο κόκορας) «ανάκλιντρο, κρεβάτι». Και οι τρεις λέξεις ανάγονται ετυμολογικά σε I.E. ρίζα *legh- «τίθεμαι, κείμαι», από την οποία παράγεται επίσης το λατ. lectus «κλίνη», από όπου τα ιταλ. letto «κρεβάτι», ισπ. [echo κ.λπ. Στο ίδιο θέμα λεχ- ανάγεται και το αρχ. λεχώ (η) «λεχώνα», πιθανότατα λόγω τής θέσης τής γυναίκας που γεννάει (ενόσω κείται, είναι ξαπλωμένη). Η λέξη πέρασε πολύ σύντομα στη δήλωση τού τόπου όπου συναθροίζονται αργόσχολοι για συνομιλία, προφανώς επειδή εκεί ξάπλωναν άνετα σε ανάκλιντρα ή κάθονταν ανέμελοι για να συζητήσουν.
Αρχή