Υπογλώσσιο #2
Τα «υπογλώσσια» ειναι μικρές φράσεις ή λέξεις υπαρκτές στην Ελληνική γλώσσα και που το νόημά τους δεν μας είναι ακριβώς γνωστό, είναι δηλαδή και υπογνώσια. Θα γράφω τέτοια συχνά για να διαβάζονται και μην ξεχνιώμαστε.
Το κέρατο
ΣΗΜΑΣΙΑ κέρας ή κέρατο είναι φυσικό αμυντήριο όπλο ορισμενων θηλαστικων οπως τα βοδια, τα αιγοπροβατα, τα ελαφια και αλλα, αποτελουμενο απο σκληρη ουσια σαν ξύλο που εμφανίζεται στο κεφάλι κυρίως των αρσενικών ζώων.  
ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ

Εκδοχή 1

Κατά το «Μέγα Ετυμολογικόν Η-Ν» (Αρχική σύνταξη 10-11 αιώνας μ.Χ., 1η Έντυπη έκδοση 1499 – Μάρκος Μουσούρος) – Κάκτος 641 σ. 228 (βλ. Αποσπασμα):
κέρας είναι η τρίχα επειδή φυτρώνει στο κεφάλι όπως και τα κέρατα. Μια σημασία «η διαρκώς κειρoμένη» = αυτή που συνέχεια κουρεύεται ίσως να συσχετίζεται με την διαρκώς διαπομπευόμενη: την μοιχαλίδα.

 

Εικόνα 1

Εκδοχή 2

Το κράνος των αρχαίων πολεμιστών έφερε κέρατα. Βλ. Εικόνα 1. Όταν ο πολεμιστής φόραγε τα κέρατα, πήγαινε δηλαδή στον πόλεμο, η σύζυγος εμοιχευετο με κάποιον ή κάποιους απόλεμους.

 
 

Εκδοχή 3

O Μιχαήλ Ψελλός (11ος μ.Χ. αιώνας) στο σύγγραμμά του «Πόθεν το του κερατά όνομα» (περί ονόματος του κερατά) αναφέρει ότι το «κερατάς» προέρχεται:

Από τα κερασφόρα ζώα βόδια κλπ που δεν έχουν μόνιμη ερωτική σύντροφο[*] και είναι νωθρά και βλακώδη.
Όλα τα κερασφόρα ζώα είναι κουτά. Το ελάφι, το σαλιγκάρι και το βουβάλι θεωρούνται τα πιο ηλίθια ζώα.
Έτσι και ο ηλίθιος άντρας που δεν παίρνει είδηση ότι η γυναίκα του δεν κλείνει πόδι όλη νύχτα, θα έπρεπε να είναι , κατά Ψελλόν, «ζώον κερασοφόρον»!
Στα Αγγλικά ο κερατάς λέγεται cuckold από τη λέξη cuckoo = κούκος, επειδή η κυρία κούκου, η κούκαινα δηλαδή πάει και γεννάει τα αυγά της  σε φωλιές άλλων πουλιών για να γλυτώσει την ανατροφή τους. Με τούτο τον τρόπο σατιρίζονται όσοι μεγαλώνουν παιδί άλλου χωρίς να το γνωρίζουν!

 
  [*] Τωρα το να μην έχεις μόνιμη ερωτική συντροφο είναι δείγμα βλακείας; Το συζητώ με όποια ενδιαφέρεται.  
 

Εκδοχή 4

Από το κεραξ, κέρας που στον Ησύχιο (ε-κ) 9052,σ. 466 (468) σημαίνει τρίχα, τόξο και αιδοίο.

Και επειδή παρακάτω αναφέρει

Η των κεράτων χρήσις είναι υπό της συζύγου χρήσις του αιδοίου απόντος του συζύγου.

 
πελασγικη

εκδοχη 5

Απο το ΚΡΝ, το κ.ρ.ν. σημαίνει συνδυασμό δυο ομοιογενών πραγμάτων, το να εύρίσκωνται συνδεδεμένα, συνδυασμένα τα δυο oμοια ώς π.χ. τα έπί του κρανίου τής κεφαλής δυο κέρατα και κατά συνεκδοχήν καί αυτά τα δυο κέρατα, άτινα ευρίσκονται αδιαχώριστα και συνδυασμένα επί τής κεφαλής, ώς επίσης και αυτήν τήν κεφαλήν και επειδή τα κέρατα είναι οστέϊνα και σκληρά και άπολήγουσιν εις οξύ σημεΐον και ή κεφαλή δέ είναι το άκρον, ή κορυφή του σώματος, ή αυτή λέξις κ.ρ.ν. σημαίνει και τήν κορυφήν, τήν αιχμήν, το άκρον παντός πράγματος και πάν οστεώδες καί σκληρον πράγμα.
Έκ του Πελασγικού τούτου κ.ρ.ν. έγένοντο το Έλληνικον κράνος, κρανίον, κραναός υπό τήν εννοιαν του πετρώδης, τραχύς, σκληρός, κραίνω, εξασκώ έξουσίαν, άρχω, βασιλεύω, κυρίως έχω κέρατα, ίσχΰν, έξουσίαν, είμαι ή κεφαλή, ό αρχηγός, κοίρανος ό άρχων, κοιρανέω: άρχω, εξουσιάζω, κοιρανία: ή αρχή, η εξουσία, Κρέων, κρείων. Κρόνος, κέρας, Λατινιστί cornu το κέρας καί ή ΐσχύς, corneus ό κεράτινος, corona, κορώνη, ό στέφανος, το έπί τής κεφαλής «κρανίου» έπιτεθέμενον, κορωνίς, Κορώνεια, Γοτθ. haurn, 'Αγγλ. horn, Γαλλ. corne το κέρας. Έπί τής εννοίας του συνάπτω, συνδυάζω δυο δμοια πράγματα προέρχεται το Έλληνικον κεράννυμι, ή νήσος Κΰρνος (ή νυν Κορσική) ώς αποτελούσα μετά τής Σαρδηνίας δίδυμους νήσους, Κόριννα ή πιστή σύντροφος κ.τ.λ. '

 
 

ΒΙΒΛΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΚΕΡΑΤΩΜΑ

  • Η ιεραρχία του κερατώματος - 76 τρόποι κερατώματος του άνδρα - Σαρλ Φουρνιε
  • Ψυχολογία Συριανού Συζύγου - Εμμανουήλ Ροΐδη
  • Πόθεν το του κερατά όνομα  - Μιχαήλ Ψελλού
 
 

ΕΚΦΡΑΣΕΙΣ

Του τα φοράει [εν. τα κέρατα] : τον απατά, μοιχεύει.

 
 

ΒΡΙΣΙΕΣ

  • γαμώ το κέρατο μου, δυσερμήνευτο
  • γαμώ το κέρατο μου το τράγιο ακόμα πιο δυσερμήνευτο ίσως κάτι σαν «γαμώ την ατυχία μου».
 

ΚΕΡΑΤΟΥΚΛΗΣ

ΑΡΧΙΚΕΡΑΤΑΣ

ΕΠΙΦΩΝΗΣΕΙΣ

  • ΤΟΝ ΚΕΡΑΤΑ! – Επιφώνημα αναγνώρισης πανουργίας ή και ικανότητας κάποιου. Παραλλαγή βρε τον κερατούκλη (χρήση ιδίως για βρέφη που δεν είναι μωρά άλλα ευφυή).
  • ΤΟΥ ΚΕΡΑΤΑ! – Διαβολικό, υπερβολικό και φυσικά σατανικό.
    Κάνει ένα σκατόκρυο του κερατά.

 

Στις περισσότερες περιπτώσεις ιδιαίτερα όταν η λέξη λέγεται με κολακευτικό χαρακτήρα, άφορα τον διάβολο, σατανά  και όχι τον απατημένο σύζυγο που κάθε άλλο πάρα ευφυής θεωρείται.

 
 

ΕΠΙΘΕΤΙΚΟΙ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΙ

Είναι ένας τσιγκούνης του κερατά : πολύ φιλάργυρος.
Ε! του κερατά πια! : Έκφραση που σημαίνει αγανάκτηση: «Φθάνει πλέον έχω απαυδήσει»


Τα κέρατα μου:  Πολύ μεγάλη ποσότητα, ή άξια
Πλήρωσα τα κερατά μου (συνώνυμα: τα μαλλιά της κεφαλής μου, τα μαλλιοκέφαλα μου, της Παναγίας τα μάτια.)
Αυτός ο τερματοφύλακας πιάνει τα κερατά του ( ... αλλά και τ΄άντερά του).

Στου βοδιού το κέρατο – απομακρυσμένη και δυσπρόσιτη περιοχή
Και στου βοδιού το κέρατο να κρυφτείς θα σε βρω. Δηλ. Δεν γλιτώνεις.

 
 

Μας το σηκώνετε παρακαλώ

Σε χριστιανικές παρακλήσεις:
‘Υψωσον κέρας – χάρισε την νίκη.

Υψώσον κέρας χριστιανών ορθοδόξων και κατάπεμψον εφ’ ημάς τα ελέη σου τα πλουσία.

Αφού με τα κέρατα (βούκινα) σάλπιζαν, σηκώνοντας τα ψηλά, όταν νικούσαν ή με τα κέρατα έπιναν κρασί σε νικητήριες ευωχίες.

 

Βούκινο

Είδος σάλπιγγας, κατασκευασμένης αρχικά απο κερατο βοδιού, που κατά τους Βυζαντινούς χρόνους χρησιμοποιούνταν ως κάλεσμα στην μάχη αλλά και ως τρόπος να δίνονται διαταγές κατά την διάρκεια της μάχης, μια και ο θόρυβος απαγόρευε την χρήση άλλου μέσου. Γενικότερα όργανο για τήν επισήμανση της προσοχής του κόσμου. Βούκινα είχαν οι κήρυκες άλλα και οι ταχυδρόμοι των χωριών. Συνώνυμα: ντουντούκα, καραμούζα, κόρνο.

Πρβλ. Γίναμε βούκινο : Γίναμε [καταγέλαστοι γιατί μας διαπομπεύσαν με το] βούκινο.
Το κάναμε βούκινο : Το διατυμπανίσαμε.

Βούκινο καμωμένο απο κέρατο βοδιού.

 

Παράγωγα

 
  Η ρίζα καρ ή κερ είναι παμπάλαια , πελασγική. Από αυτή προκύπτουν μύρια όσα:

κάρα, κρανίον, κράνος, κράτος, κραταιός, καρουμπαλο, κουρέας < κείρω <απο τον παρακ. κεκαρμαι , καρηκομμώ, κέρας, κερατάς, κερασφόρος, Κεράτιος κόλπος, καράτι < κεράτιον = μονάδα βάρους πολιτυμων μετάλλων και λιθων, κόρνο, κορνάρο, Βιτσέντζος Κορνάρος και πολλά άλλα.

 
 

Συνθετα

Κερατοειδής -Σκληρός χιτώνας του ματιου

Μονοκερως - Μυθικο ζώο με μορφή αλόγου και ενα κερατο πανω στο κο'υτελό του.Ψαλμοί  91  11 

 
 

Το κέρας στην Παλαιά Διαθήκη

Εχει την έννοια της δύναμης, της ισχύος.

Α' Σαμουήλ  2  1  και ειπεν εστερεωθη η καρδια μου εν κυριω υψωθη κερας μου εν θεω μου επλατυνθη επι εχθρους το στομα μου ευφρανθην εν σωτηρια σου 
Α' Σαμουήλ  2  10  κυριος ασθενη ποιησει αντιδικον αυτου κυριος αγιος μη καυχασθω ο φρονιμος εν τη φρονησει αυτου και μη καυχασθω ο δυνατος εν τη δυναμει αυτου και μη καυχασθω ο πλουσιος εν τω πλουτω αυτου αλλ' η εν τουτω καυχασθω ο καυχωμενος συνιειν και γινωσκειν τον κυριον και ποιειν κριμα και δικαιοσυνην εν μεσω της γης κυριος ανεβη εις ουρανους και εβροντησεν αυτος κρινει ακρα γης και διδωσιν ισχυν τοις βασιλευσιν ημων και υψωσει κερας χριστου αυτου 
Α' Σαμουήλ  16  1  και ειπεν κυριος προς σαμουηλ εως ποτε συ πενθεις επι σαουλ καγω εξουδενωκα αυτον μη βασιλευειν επι ισραηλ πλησον το κερας σου ελαιου και δευρο αποστειλω σε προς ιεσσαι εως εις βηθλεεμ οτι εορακα εν τοις υιοις αυτου εμοι βασιλευειν 
Α' Σαμουήλ  16  13  και ελαβεν σαμουηλ το κερας του ελαιου και εχρισεν αυτον εν μεσω των αδελφων αυτου και εφηλατο πνευμα κυριου επι δαυιδ απο της ημερας εκεινης και επανω και ανεστη σαμουηλ και απηλθεν εις αρμαθαιμ 
Β' Σαμουήλ  22  3  ο θεος μου φυλαξ εσται μου πεποιθως εσομαι επ' αυτω υπερασπιστης μου και κερας σωτηριας μου αντιλημπτωρ μου και καταφυγη μου σωτηριας μου εξ αδικου σωσεις με 
Α' Βασιλέων  1  39  και ελαβεν σαδωκ ο ιερευς το κερας του ελαιου εκ της σκηνης και εχρισεν τον σαλωμων και εσαλπισεν τη κερατινη [ΣΣ ενν. σάλπιγγι] και ειπεν πας ο λαος ζητω ο βασιλευς σαλωμων
Α' Χρονικών  25  5  παντες ουτοι υιοι τω αιμαν τω ανακρουομενω τω βασιλει εν λογοις θεου υψωσαι κερας και εδωκεν ο θεος τω αιμαν υιους δεκα τεσσαρας και θυγατερας τρεις 
Ιωβ  42  14  και εκαλεσεν την μεν πρωτην ημεραν την δε δευτεραν κασιαν την δε τριτην αμαλθειας κερας 
Ψαλμοί  17  3  κυριος στερεωμα μου και καταφυγη μου και ρυστης μου ο θεος μου βοηθος μου και ελπιω επ' αυτον υπερασπιστης μου και κερας σωτηριας μου αντιληπτωρ μου 
Ψαλμοί  74  5  ειπα τοις παρανομουσιν μη παρανομειτε και τοις αμαρτανουσιν μη υψουτε κερας 
Ψαλμοί  74  6  μη επαιρετε εις υψος το κερας υμων μη λαλειτε κατα του θεου αδικιαν 
Ψαλμοί  88  18  οτι το καυχημα της δυναμεως αυτων ει συ και εν τη ευδοκια σου υψωθησεται το κερας ημων 
Ψαλμοί  88  25  και η αληθεια μου και το ελεος μου μετ' αυτου και εν τω ονοματι μου υψωθησεται το κερας αυτου 
Ψαλμοί  91  11  και υψωθησεται ως μονοκερωτος το κερας μου και το γηρας μου εν ελαιω πιονι 
Ψαλμοί  111  9  εσκορπισεν εδωκεν τοις πενησιν η δικαιοσυνη αυτου μενει εις τον αιωνα του αιωνος το κερας αυτου υψωθησεται εν δοξη 
Ψαλμοί  131  17  εκει εξανατελω κερας τω δαυιδ ητοιμασα λυχνον τω χριστω μου 
Ψαλμοί  164  14  και υψωσει κερας λαου αυτου υμνος πασι τοις οσιοις αυτου τοις υιοις ισραηλ λαω εγγιζοντι αυτω 
Ιερεμίας  31  25  κατεαχθη κερας μωαβ και το επιχειρον αυτου συνετριβη 
Θρήνοι  2  3  συνεκλασεν εν οργη θυμου αυτου παν κερας ισραηλ απεστρεψεν οπισω δεξιαν αυτου απο προσωπου εχθρου και ανηψεν εν ιακωβ ως πυρ φλογα και κατεφαγεν παντα τα κυκλω 
Θρήνοι  2  17  εποιησεν κυριος α ενεθυμηθη συνετελεσεν ρηματα αυτου α ενετειλατο εξ ημερων αρχαιων καθειλεν και ουκ εφεισατο και ηυφρανεν επι σε εχθρον υψωσεν κερας θλιβοντος σε 

 
 

Τα κέρατα ως μέθοδος ανόδου

Είναι γνωστό το να εκδίδεις την σύζυγο σου (η μέθοδος του «εθελοντή κερατά») είναι  και αυτός ένας καλός τρόπος σταδιοδρομίας.

 
 

Τα κέρατα ως όπλο

Lupus dentis, Taurus cornis.
Λατινική Παροιμια : Ο λύκος με τα δόντια και ο ταύρος με τα κέρατα (ενν. μάχεται).
Στις ελληνικές παροιμίες δεν βρήκα κάτι ανάλογο.

 
 

Περί κεράτου μύθος

Αετός βρήκε στην κορυφή ενός βουνού ένα σαλιγκάρι και το ερώτησε «Πως έφθασες εδώ;» . «Έρποντας, γλύφοντας και με τα κερατά μου» απάντησε το σαλιγκάρι.

Κώνωψ ἐπιστὰς κέρατι ταύρου καὶ πολὺν χρόνον ἐπικαθίσας, ἐπειδὴ ἀπαλλάττεσθαι ἔμελλεν, ἐπυνθάνετο τοῦ ταύρου εἰ ἤδη βούλεται αὐτὸν ἀπελθεῖν. Ὁ δὲ ὑποτυχὼν εἶπεν· «Ἀλλ᾿ οὔτε, ὅτε ἦλθες, ἔγνων, οὔτε, ἐὰν ἀπέλθῃς, γνώσομαι.» Τούτῳ τῷ λόγῳ χρήσαιτο ἄν τις πρὸς ἄνδρα ἀδύνατον, ὃς οὔτε παρὼν οὔτε ἀπὼν ἐπιβλαβὴς ἢ ὠφέλιμός ἐστι.

Αισώπου μύθοι "Κώνωψ και Ταύρος"

 
βουκινο

Το κέρας και η μουσική

Από το κέρατο του βοδιού κατασκευάζονταν το βούκινο. Οι Βυζαντινοί είχαν κάτι ανάλογο με τη σάλπιγγα (Λατιν. buccina που τη χρησιμοποιούσαν, για να μεταδώσουν ειδήσεις ή διαταγές στο ναυτικό και το στρατό. Το κατασκεύαζαν απο ενα μεγάλο κογχύλι ή από ξύλο, χαλκό ή κέρατο βοδιού. Πολλοί συσχετίζουν τη λέξη «βούκινο» όχι από το λατιν. buccina αλλά με το βόδι ή γιατί χρησιμοποιούσαν το κέρατο του, για να το κατασκευάσουν ή γιατί ο ήχος του «βούκινου» μοιάζει με το μηκυθμό του βοδιού.

 

Μαλλον το βούκινο ειναι η αρχαία Ελληνική Βυκάνη

Η λέξη Βυκάνη απαντάται στον Ιώσηπο

Εὗρε δὲ καὶ βυκάνης τρόπον ἐξ ἀργύρου ποιησάμενος, ἔστι δὲ τοιαύτη: μῆκος μὲν ἔχει πηχυαῖον ὀλίγῳ λεῖπον, στενὴ δ᾽ ἐστὶ σύριγξ αὐλοῦ βραχεῖ παχυτέρα, παρέχουσα δὲ εὖρος ἀρκοῦν ἐπὶ τῷ στόματι πρὸς ὑποδοχὴν πνεύματος εἰς κώδωνα ταῖς σάλπιγξι παραπλησίως τελοῦντα: ἀσώσρα καλεῖται κατὰ τὴν Ἑβραίων γλῶσσαν.

Φλάβιος Ιώσηπος Ιουδαϊκές Αρχαιότητες - 3. 291

τρίτον δὲ σημήναντος τὸ κατὰ λίβα τετραμμένον τῶν ἐσκηνωκότων μέρος ἐκινεῖτο, καὶ τέταρτον τὸ κατὰ βορρᾶν. ταῖς δὲ βυκάναις ἐχρῶντο καὶ ἐπὶ ταῖς ἱερουργίαις προσάγοντες τὰς θυσίας καὶ τοῖς σαββάτοις καὶ ταῖς λοιπαῖς ἡμέραις.

Φλάβιος Ιώσηπος Ιουδαϊκές Αρχαιότητες - 3. 294

και στον Πολύβιο

ἀναρίθμητον μὲν γὰρ ἦν τὸ τῶν βυκανητῶν καὶ σαλπιγκτῶν πλῆθος.

Πολυβίου - Ιστορίαι 2.29

οὐ γὰρ ἕπονται κατὰ πόδας οἱ συοφορβοὶ τοῖς θρέμμασιν, ὥσπερ παρὰ τοῖς Ἕλλησιν, ἀλλὰ προηγοῦνται φωνοῦντες τῇ βυκάνῃ κατὰ διάστημα, τὰ δὲ θρέμματα κατόπιν ἀκολουθεῖ καὶ συντρέχει πρὸς τὴν φωνήν, [7] καὶ τηλικαύτη γίνεται συνήθεια τοῖς ζῴοις πρὸς τὴν ἰδίαν βυκάνην ὥστε θαυμάζειν καὶ δυσπαραδέκτως ἔχειν τοὺς πρώτους ἀκούσαντας.

Πολυβίου - Ιστορίαι 12.6

και μπορει να ειναι εξελληνισμένη μορφή του buccina.

 

Η λατινική buccina εξεληφθη ως πληθυντικός ουδετέρου και δημιούργησε «τα βούκινα» πρβλ. Ερωτόκριτο «τα βούκινα ξανακτυπού κι οι σάλπιγγες επαίξα» και τον ανύπαρκτο. έως τότε, ενικό το βούκινο.

Επίσης απο το Λατινικό κέρας Cornum πρέκυψε το μουσικό όργανο κόρνο που έχει κασταντήσει αρκετά πιο περίπλοκο απο ενα κέρατο βοδιού.

 
     
Copyright 2011© Αρης Στουγιαννίδης www.stougiannidis.gr