Υπογλώσσιο #29

ΧΟΡΗΓΕΙΤΑΙ ΧΩΡΙΣ ΙΑΤΡΙΚΗ ΣΥΝΤΑΓΗ

Τα «υπογλώσσια» είναι μικρές φράσεις ή λέξεις υπαρκτές στην Ελληνική γλώσσα και που το νόημά τους δεν μας είναι ακριβώς γνωστό, είναι δηλαδή και υπογνώσια. Θα γράφω τέτοια συχνά για να διαβάζονται εύκολα και μην ξεχνιώμαστε.
Οι παραπομπές στη βιβλιογραφία βρίσκονται στο τέλος της σελίδας
Περί Πολιτικής
Εισαγωγή Την σήμερον ημέραν με τον γενικό όρο πολιτική εννοείται το σύνολο των μέτρων που λαμβάνονται και των μεθόδων και διαδικασιών που ακολουθούνται, μέσω των οποίων, ομάδες ανθρώπων οργανώνονται και λειτουργούν, προκειμένου να πετύχουν κατά τον καλύτερο τρόπο και με το μικρότερο δυνατό κόστος τους σκοπούς που επιδιώκουν σε διάφορους τομείς δραστηριοτήτων.
Ο όρος εφαρμόζεται τόσο σε κυβερνήσεις κρατών για τον τρόπο διακυβέρνησης και χειρισμού των διαφόρων υποθέσεων, όπως επίσης και σε οργανισμούς, εταιρείες και άλλες οργανώσεις, λαμβάνοντας ανάλογα ιδιαίτερο χαρακτηρισμό π.χ. Ναυτιλιακή Πολιτική, Αγροτική πολιτική, βιομηχανική πολιτική κ.λπ.
 
Βυζάντιο

Εντελώς άλλο πράγμα σήμαινε η «πολιτική» στο Βυζάντιο. Ηταν ενα ουσιαστικοποιημένο επίθετο που δίνονταν στην πόρνη.

Πολιτικοί λεγόντουσαν και οι μίμοι[2].

 
Συνώνυμα

πόρνη

Απο το αρχαίο ρήμα πέρνημι=πουλιέμαι μετοχή θηλ. η περνάς*,
Πόρναμεν Κατα Ησύχιον. (μετοχή: πορνάμεναι) .

Απο την ίδια ρίζα το πράσσειν


 

*) Ασχετο με το «δεν περνάς κυρα-Μαρία»

κοινή ή δημία ή δημόσια

Εννοείται γυναίκα. Γυναίκα κοινή προς πάντας, κοινόχρηστη. Η λέξη «δήμος» εννοεί τους πάντας

προϊσταμένη

Μετοχή του ρήματος προϊσταμαι που εκλαμβάνεται κυριολεκτικώς = Στέκομαι μπροστά απο τον οίκο ανοχής. Θέαμα σύνηθες ακόμα και σήμερα σε πολιτισμένα κράτη.

Η επικεφαλής των νοσηλευτριών αποκαλείται σήμερα «αδελφή-προϊσταμένη» και ίσως να καμαρώνει για τον τίτλο που αποτελείται όμως από δυο κακόσημες λεξεις.

γύναιον

Προσφώνηση ελάχιστα τιμητική. Σήμερα λέμε γυναικούλα ή κατίνα (απο το Τουρκικό kadin=γυναικα, γυναικούλα. Στα τουρκικα ομως δεν ειναι υποτιμητικο)[4].

Χρόνους πολλούς μετά την Αμαρτία που την είπανε Αρετή μέσα στις εκκλησίες και την ευλόγησαν. Αλλά πριν, ιδού θα γίνουν οι ωραίοι που ναρκισσεύτηκαν στις τριόδους Φίλιπποι και Ροβέρτοι. Θα φορέσουν ανάποδα το δαχτυλίδι τους, και με καρφί θα χτενίσουνε το μαλλί τους, και με νεκροκεφαλές θα στολίσουνε το στήθος τους, για να δελεάσουν τα γύναια. Και τα γύναια θα καταπλαγούν και θα στέρξουν. Για να έβγει αληθινός ο λόγος, ότι σιμά η μέρα όπου το κάλλος θα παραδοθεί στις μύγες της Αγοράς. Και θα αγαναχτήσει το κορμί της πόρνης μην έχοντας άλλο τι να ζηλέψει. Και θα γίνει κατήγορος η πόρνη σοφών και μεγιστάνων, το σπέρμα που υπηρέτησε πιστά, σε μαρτυρία φέρνοντας. Και θα τινάξει πάνουθέ της την κατάρα, κατά την Ανατολή το χέρι τεντώνοντας και φωνάζοντας: εξόριστε Ποιητή, στον αιώνα σου, λέγε, τι βλέπεις;

Οδυσσέας Ελύτης - «Το άξιον εστί»

ΓΥΝΑΙΑ

Ωριγένης - Κατά Κέλσου 8,197

ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΑΡΙΟΝ ΧΑΡΜΟΣΥΝΟΝ ΤΗΣ AΠO TOΥ ΠΑΣΧΑ ΜΕΧΡΙ ΤΗΣ ΤΟΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΑΝΗΚΟΥΣΛΝ AΥΤΩ ΑΚΟΛΟΥΘΙΑΝ ΠEΡIEΧΟN ΕΠΙl ΤΕΛΟΥΣ ΔΕ ΚΑΙ ΤΑ ΕΩΘΙΝΑ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΤΑ ΕΝ TΩ ΟΡΘΡΩ ΕΚΑΣΤΗΣ ΤΩΝ ΕΝ ΤΩ ΜΕΤΑΞΥ ΤΟΥΤΩ ΕΟΡΤΩΝ ΛΝΑΓΙΝΩΣΚΟΜΕΝΑ

εταιρίς

Υποκοριστικό του εταίρα = σύντροφος και κατ΄ευφημισμόν πόρνη.

κούρβα[2]

Λέξη σλάβικης καταγωγής και όχι από το «κυρτός» , (κούρμπα<λατινικά curvus > κουρμπαδόρος) Στα ρωσικά η λέξη курва (προφέρεται «κούρβα») σημαίνει τσούλα, πουτάνα, προέρχεται από το кур (προφέρεται «κουρ» = κοτόπουλο) και είναι παρόμοια περίπτωση με το γαλλικό сосоt(t)е (κοκότα, το λέμε και μεις, σημαίνει όμως καταρχήν κότα, και μετά πουτάνα).

Από το slang.gr

Η παρομοίωση γίνεται απο την στωική υπομονή και απάθεια που δείχνει η κότα κατά την συνουσία με τον κόκορα.

Δείγματα χρήσης της λέξης υπάρχουν και στην Δημοτική ποίηση των Νεωτέρων Χρόνων:

Άλεθε μύλο μ', άλεθε κακης κούρβας κεφάλι,
κάνε τ' αλεύρια κόκκινα και την πασπάλη, μαύρη

Η ΜΑΝΑ Η ΦΟΝΙΣΑ[5,91]

πουτάνα[3]

Απο το λατινικο ρήμα puteo> επιθετο pūtĭdus, -um: σάπιο, σάπια, βρωμερός -ή -ό, ο, η δυσώδης (Συνώνυμο foetidus).

 
Ευφημισμοί

Εταίρα

Σύντροφος. Πιο αρχαιοπρεπές. Η χρήση της λέξης στο Βυζαντιο γινόταν από λόγιους και όχι από τον απλό λαό.

Κόρη

Κοράσιον (πρβλ. το σύγχρονο «κορίτσια», «κορίτσια ο στόλος», «κορίτσια ο Μπάρκουλης», όρος που χρησιμοποιούν κι οι ίδιες οι πόρνες μεταξύ τους).

 

 
Περιφράσεις

Για αποφυγή της λέξης «πόρνη», κυρίως οι εκκλησιαστικοί πατέρες, χρησιμοποιούσαν και σχοινοτενείς περιφράσεις όπως:

  • την πορνείαν ελομένη
  • δι΄ ηδονην εκουίιως εαυτήν επιδούσαν την αμαρτίαν
  • την ηδονή χαριζομένη το παν
  • πάνδημος γυνή
  • την πάσιν επιδιδούσαν εαυτήν ατάκτως
  • την πανδήμως εταιριζομένη
  • η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή
  • η την ώνιον περέχουσαν τω δήμω το σώμα.
  • προχειροι τω βουλομένω παντί πικράς ηδονής υπηρέτρια
 

Πολιτικά

ακολούθι

«Ακολούθησε» γραμμενο ανάποδα σαν σφραγίδα.

Αλλες λέξεις σχετικές με την «πολιτική»

Η στέγη

Πορνείον, χαμαιτυπείον*, μπουρδέλλο, οίκος ανοχής, σεμνείον

Οι πόρνες απο αρχαιοτατων χρόνων φορούσαν περιεργα υποδήματα που στην σολα τους εγραφαν ΑΚΟΛΟΥΘΙ αντεστραμένο (βλ. εικόνα). Ετσι η προστακτική αυτη «ετυπούτο χαμαί» (κάτω) και οδηγούσε τον πελάτη στο χαμαιτυπείο!

Περιοχές πορνείων

Στην Κωνσταντίνου πόλη στην συνοικία Κύφη υπήρχε οικοδόμημα οπου στεγάζοντυαν οι πορνες και ονομαζονταν «τα Κύφης», κατοπιν μεταστεγάσθηκαν στο «Ανεμοδούριον».

Επ΄εσχάτων οι περιοχή των πορνειών της Αθήνας ηταν η οδος Ακομινάτου στο Μεταξουργείο και στον Πειραιά ή οδος Νοταρά στην Τρούμπα. Υπαιθριες πορνες συγκεντρώνωνταν στην λεωφόρο Συγγρου. Ο πελάτης έχει πάντα την ανάγκη για σύγκριση τόσο για το άψυχο όσο και για το έμψυχο εμπόρευμα. Ετσι δημιουργήθηκε από παλιά ή έννοια τής πιάτσας. Λέμε «κάνει πιάτσα» για πόρνες και ταξιτζήδες, δηλ. σταθμεύει.

Οι προστάτες

Στο Βυζάντιο ο προστάτης ήταν ο επι κεφαλής του συνδικάτου, της συντεχνίας και το όνομα ηταν έντιμο.

Για τους προστάτες των πορνών χρησιμοποιούσαν τις λέξεις: προαγωγός, πορνοβοσκος, κάπηλος, μαστρωπός (αυτός που αναζητεί), εκμαυλιστής.

Σήμερα ο ίδιος λέγεται νταβατζής[4] από το Τουρκικό davaci (προφέρεται «νταβατζί»), ο ενάγων, απο το ουσιαστικο dava=δίκη.

 

 
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

1) 713. Φαίδων Κουκουλές - Βυζαντινών Βίος και Πολιτισμός. Τομος Β-ΙΙ -Αι πάνδημοι Γυναίκες

2) Στέφανος Σαχλίκης - Αφήγησις παράξενος στ.831

3) Στεφανος Σαχλίκης - Γαδάρου, Λύκου κι΄ αλωπούς Διήγησις ωραία στ.509

4) Κ. Κουκκίδη - Λεξιλόγιον Ελληνικών Λέξεων παραγομένων εκ της Τουρκικής - Ετ. Θρακικών Μελετών - ΑΘΗΝΑ 1960

5) Νικόλαος Πολίτης - Δημοτικά Τραγούδια -Εκδ. Γραμματα -1866

 

Copyright 2011© Αρης Στουγιαννίδης www.stougiannidis.gr