Πολλές φορές προτείνουμε να ακολουθηθεί η μέση οδός. Δηλαδή μια λύση μεταξύ δύο ακραίων προτάσεων.
Αλλες φορές ομως χρησιμοποιούμε την εκφραση "εν μέση οδώ" για να δηλώσουμε κάτι ανάρμοστο που έγινε δημοσίως. Στην ομιλουμένη λέμε "μεσ' τη μέση του δρόμου" προφανώς μεταφέροντας το "μέση οδός" στη σημερινή γλώσσα. πχ. "Σταμάτα να φωνάζεις μεσ' τη μέση του δρόμου". Η οδός ομως ειναι η τυχούσα οδός; Ειναι το ίδιο να πεις ή να κάνεις κάτι στην οδό Σταδιου ή σε καποιο απόμερο συνοικιακό δρόμο; Επίσης οποιοσδήποτε και αν είναι ο δρόμος γιατί η μέση του να είναι πιο εκτεθειμένη απο τις άκρες;
Περιτριγυρισμένη από επτά λόφους, η Κωνσταντινούπολη, όπως και η Ρώμη, διαιρέθηκε σε 14 περιοχές (ρεγεώνες<Lat. regione> Eng. Region). Το κέντρο του παλαιού Βυζαντίου, το Τετράστοον, μαζί με τον κοντινό ιππόδρομο, επαναπροσδιορίστηκε αρχιτεκτονικά και μετονομάστηκε σε Αυγουσταίον, προς τιμή της Αυγούστας Ελένης, μητέρας του Κωνσταντίνου. Συνδυάστηκε με το νέο φόρο (αγορά) του Κωνσταντίνου, κοντά στον οποίο διακλαδωνόταν η Μέση οδός, ο κύριος οδικός άξονας της πόλης που οδηγούσε μέχρι την πρώτη Χρυσή Πύλη. Στη δυτική πλευρά του Αυγουσταίου βρισκόταν ο ναός ο αφιερωμένος στην Αγία του Θεού Σοφία, και στα ανατολικά ανεγέρθηκε το πρώτο μέγαρο της Συγκλήτου. Ανατολικά του ιπποδρόμου βρισκόταν το αυτοκρατορικό παλάτι, το οποίο μέχρι τον 6ο αιώνα δεν υπέστη σημαντικές αλλαγές και παρέμενε περιορισμένων σχετικά διαστάσεων. Η Νέα Ρώμη του Κωνσταντίνου, μόλις από την ημέρα των εγκαινίων της, ήταν φαινομενικά και επισήμως μια χριστιανική πόλη, αν και τα ολιγάριθμα χριστιανικά κτίρια που ανεγέρθηκαν με την ίδρυσή της, μειοψηφούσαν σαφώς σε σχέση με τους ιερούς τόπους της ελληνορωμαϊκής θρησκείας. Στολισμένη με μεγαλοπρέπεια, η Κωνσταντινούπολη διέθετε όλα τα στοιχεία της αστικής ευημερίας, ευνοώντας σε πολιτισμικό επίπεδο τη συγχώνευση των εθίμων, της αρχιτεκτονικής και της τέχνης Δύσης και Ανατολής. Αποτέλεσε επίσης εκκλησιαστικό κέντρο, καθώς από το 381 αποτελούσε έδρα του πατριάρχη.
"Μέση οδος" ονομάζετο ο δρόμος που ξεκινούσε απο το Μίλλιον, (εκει ηταν η Αγία Σοφία, ο Ιππόδρομος, το Αυγουσταίο, τα Λουτρά του Ζευξίππου), και περνούσε απο τον Φόρο (αγορά) του Κωνσταντίνου, το Τετράπυλον, τον Φόρο του Θεοδοσίου (ή του Ταύρου), τον Φόρο του Βοός, τον Φόρο του Αρκαδίου, την Παλαιά Χρυσή Πύλη των τειχών του Κωνσταντίνου, περνούσε απο το Σίγμα και εφθανε μεχρι την Ξυλόκερκον [Πύλη] που λεγονταν και «Δευτέρα Στρατιωτική».
Ονομάστηκε προφανώς έτσι γιατί χώριζε στην μέση την Κωνσταντίνου Πόλη. Η "Μέση" [εννοείται οδός] είναι κύριο ουσιαστικό και θα πρέπει να γράφεται με κεφαλαίο Μ.
Είναι φανερό οτι ήταν ο πιο κεντρικός και πολυσύχναστος δρόμος της Κωνσταντίνου Πόλης. Αρα ο,τι γίνονταν ή λέγονταν στη Μέση, "εν Μέση οδώ", δημοσιοποιείτο αμέσως.
Ας μην ξεχνάμε πως η Μέση περνούσε απο μεγάλα και πολυσύχναστα φόρα (πλ. του λατ. forum αγορές). Συνώνυμο του "εν μέση οδώ" ήταν και το "θα τα βγάλω όλα στα φόρα" ... και οχι "στη φόρα" οπως λέμε λανθασμένα.
Οταν κάποιος κάνει μια ξαφνική δημόσια εμφάνιση λέμε οτι "πετάχτηκε στη Μέση" ή "βγήκε στή Μέση". Αντίθετα η φράση "πρέπει να βγεί απ΄την Μέση" σημαίνει "πρέπει να πάψει να εμφανίζεται δημοσίως", να εξαφανισθεί και πολλές φορές να αφανισθεί τελείως.
Διαβάζουμε στο Κεφάλαιο «Η κατά την επινίκιον πρόοδον υποδοχή του βασιλέως»[160,57]
Η θριαμβική πομπή έπρεπε να διανύσει το διάστημα απο την Χρυσή Πύλη μέχρι τα ανάκτορα και την Αγία Σοφία περνώντας απο την κεντρική οδό της πρωτεύουσας, την «Μέση».
Επίσης στο Κεφάλαιο «Ο ιππόδρομος και οι ιπποδρομικοί αγώνες»
Ο ακτουάριος αφού διένεμε τα βραβεία έλεγε προς τους νικητές «ευτάκτως χορεύσατε», και πήγαιναν να χορέψουν στή Μέση.(Κωνσταντίνου του Πορφυρογεννήτου «Εκθεσις περί της του Βασιλείου Τάξεως»Τ.1 σ. 345) Οι Βένετοι είχαν και ειδική εκκλησια, στην «Μέση», αφιερωμένη στην Υπεραγία θεοτόκο «εις τα της Διακονίσσης»[161,72]
Για αυτό απαντούμε στα Πτωχωπροδρομικά Ποιήματα (Hesseling - Pernot - Poèmes Prodromiques- Tom.IV pag.5] τους στίχους:
Τα καλίγια είναι παπούτσια και είναι αδύνατον νά τα φοράει κανείς εις την μέση (την οσφύ). Ο στίχος πρέπει να διαβαστεί και να γραφεί:
βαθέα καλίγια αγόρασε και φόρει τα εις την μέσην
και μην φορείς τα χαμηλά με τας μακρέας μύτας.
βαθέα καλίγια αγόρασε και φόρει τα εις την Μέσην [οδό]
Copyright © 2010 - Αρης Στουγιαννίδης
Η στήλη αυτή, που είχε στηθεί προς τιμήν του αυτοκράτορα Μαρκιανού (450-457), βρίσκεται στον τέταρτο λόφο της πόλης, στην XI ρεγεώνα, στο σημείο όπου θα βρισκόταν η βορειοδυτική διακλάδωση της Μέσης. Σώζεται σε σχετικά καλή κατάσταση. Η λατινική επιγραφή στη βάση της στήλης μαρτυρά ότι ανυψώθηκε από τον Τατιανό, που υπηρέτησε ως έπαρχος πόλεως από το 450 έως το 452. Η ίδια η στήλη έφτανε σε ύψος περίπου τα 10 μ., είναι από γρανίτη και επιστέφεται με ένα κομμένο κορινθιακό κιονόκρανο που φέρει κυβολιθικό επίκρανο με αετούς στις τέσσερις γωνίες. Η στήλη υποβάσταζε αρχικά ένα άγαλμα του Μαρκιανού. Η βάση της κοσμείται στην ανατολική και δυτική πλευρά με ένα χριστόγραμμα εγγεγραμμένο σε ένα στεφάνι και στη νότια πλευρά με ένα σταυρό μέσα σε ένα στεφάνι. Στη βόρεια πλευρά έχει χαραχτεί μία αναθηματική επιγραφή μαζί με δύο Νίκες που φέρουν ασπίδα. Έτσι ερμηνεύεται και η τουρκική ονομασία της στήλης, Kıztaşı (δηλ. «η κολόνα με τις κόρες»).
Ο φόρος του Κωνσταντίνου βρισκόταν επί της Μέσης οδού, ακριβώς έξω από τα αρχαία τείχη του Βυζαντίου. Στο κέντρο υπήρχε ένας κίονας, ο οποίος σώζεται μέχρι σήμερα, με την ονομασία Çemberlitaş (δηλ. «η κολόνα με τα τσέρκια», εξαιτίας των μεταλλικών στεφάνων που κρατούν ενωμένους τους δακτυλίους της στήλης). Ο κορμός του κίονα αποτελείται από επτά δακτυλίους από πορφυρίτη. Αρχικά η στήλη επιστεφόταν με κορινθιακό κιονόκρανο πάνω στο οποίο έστεκε ένα κολοσσιαίο άγαλμα του Μεγάλου Κωνσταντίνου ως Απόλλωνα/Ήλιου, εστεμμένου με ακτινωτό στέμμα.3 Το άγαλμα κατέρρευσε το έτος 1106. Επί Μανουήλ Α΄ Κομνηνού (1143-1180) τοποθετήθηκε στη θέση του ένας σταυρός, ενώ την ίδια εκείνη περίοδο το κορινθιακό κιονόκρανο αντικαταστάθηκε με το κοινό για την εποχή τεκτονικό, το οποίο φέρει μία επιγραφή που μνημονεύει την αναστήλωση του Μανουήλ. Μία μεταγενέστερη κτιστή βάση καλύπτει σήμερα το κατώτερο τμήμα του κίονα. Στη βάση της στήλης υπήρχε ένα παρεκκλήσιο αφιερωμένο στον άγιο Κωνσταντίνο.