Εισαγωγή |
||
Αφιερωμένο στην μνήμη του αδικοχαμένου φίλου και Κυψελιώτη Καθ. Ανδρέα Βαβαγιάννη |
||
Χάζευα στον «οδηγό των Αθηνών», ξέρετε αυτόν με τους χάρτες των δρόμων όπου τον πουλάνε οι γύφτοι στα φανάρια 50% φθηνότερα απο τα βιβλιοπωλεία [οι γύφτοι πουλάνε βέβαια την παλιότερη έκδοση ή κάποια κακέκτυπα]. Τυχαία έπεσε το μάτι μου στην σελίδα που ήταν και η οδός Δωδεκανήσου στην Κυψέλη : εκεί που γεννήθηκα και μεγάλωσα. Αυτό ίσως έμεινε μόνο αμετάβλητο. Μόνο οι δρόμοι στο χάρτη είναι ίδιοι όπως τότε. Κοίταξα και τα μούτρα μου στον καθρέφτη. Αυτά κι΄αν άλλαξαν! Απομακρύνθηκα λίγο και με είδα όλο. Τίποτε από το «απολειφάδι» όπως με φώναζαν όταν ήμουν έξη χρονών. Ρε συ, δε θα μείνει τίποτα μα τίποτα. Βρήκαμε τον τάφο του Φιλίππου και δεν μπορούμε να βρούμε που ήταν το σπίτι μας. Βάλθηκα λοιπόν τουλάχιστο να καταγράψω όσα θυμάμαι από τις μέρες του 1950 ως 1965. Δεν καταγράφω ένδοξες μέρες, αλλά αγαπημένες μνήμες πραγμάτων και προσώπων και καταστάσεων. Για να την διαβάσει το παιδί μου και να μπορεί να διηγείται πως ήταν τότε η Αθήνα και έτσι να γίνεται στην γενεά πάσα. Αμήν. |
||
Οσοι ενδιαφέρονται για τήν ακομη παλαιότερη Αθήνα, συστήνω να κυττάξουν την πολύ ομορφη Ιστοσελίδα «Η Αθήνα τον 19ο αιώνα: Από επαρχιακή πόλη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, πρωτεύουσα του Ελληνικού Βασιλείου» του Λεωνίδα Καλλιβρετάκη, Ιστορικού του Ινστιτούτου Νεοελληνικών Ερευνών. | ||
Παράκληση |
||
Παρακαλώ τους αναγνώστες αυτής της
σελίδας να μου στείλουν τις αντιρρήσεις τους, υποδείξεις, γνώμες, σχόλια,
πρόσθετες πληροφορίες και κυρίως φωτογραφίες για να εμπλουτισθεί το όλο
πόνημα. |
||
Η ΠΕΡΙΟΧΗ |
||
ΟΙ ΔΡΟΜΟΙ ΚΑΙ ΟΙ ΠΛΑΤΕΙΕΣ |
||
ΤΟ ΟΔΟΣΤΡΩΜΑ |
||
Το οδόστρωμα των δρόμων της Κυψέλης είχε τα χάλια του. Αρκετοί δρόμοι δεν ήταν ακόμα ασφαλτοστρωμένοι αλλά και όσοι ήταν ασφαλτοστρωμένοι είχαν τρύπες που μάζευαν τα νερά της βροχής. Όταν περνούσε κανένα από τα λιγοστά αυτοκίνητα πιτσιλούσε τους περαστικούς. | ||
Η Δωδεκανήσου δεν ήταν ασφαλτοστρωμένη. Ήταν ένας χωματόδρομος συγκριτικά ομαλός. Η οδός Κερκύρας στην δεκαετία 50-60 ήταν «ο φλοιός της γης», μάζα χωμάτων άμορφος και ακατέργαστος, σχεδόν ρέμα. | ||
Ο ΚΑΤΑΒΡΕΧΤΗΡΑΣ |
||
Ο Δήμος Αθηναίων [Δήμαρχος ο Μεταξικός Kοτζιάς,
εξ ου και ομώνυμη πλατεία του Δημαρχείου] διέθετε ειδικά βυτία με δυο μικρά
ποτιστήρια δεξιά και αριστερά και ένα μακρύ, μετά συγχωρήσεως, ποτιστήρι
στο πίσω μέρος. Περνούσε από τους χωματόδρομους μέρα πάρα μέρα και κατάβρεχε
για να μην σηκώνεται σκόνη. Έπρεπε να ξέρεις ποτέ περνάει για γλιτώσεις
το κατάβρεγμα αφού ούτε τα πεζοδρόμια εξαιρούνταν από την στοργική φόντια
του καταβρεχτήρα. Τις άλλες μέρες οι νοικοκυρές κατάβρεχαν χρησιμοποιώντας κουβά και σκουπάκι [σαν αγιαστούρα] το δρόμο υποκαθιστώντας τον απόντα καταβρεχτήρα. |
||
Η φωτογραφία απεικονίζει πολύ πιο μοντέρνο τυπο καταβρεκτήρα | ||
ΤΑ ΣΚΟΥΠΙΔΙΑ |
||
Τα σκουπίδια στις αρχές του 50 τα έπαιρνε το κάρο του Δήμου. Κάρο με ψηλό ξύλινο τραπεζοειδή κάδο, άλογο, αμαξά και διακομιστή. Κύριο όργανο ήταν η κουδούνα. Μπρούντζινο μεγάλο κουδούνι στο μέγεθος γουδιού που χτυπούσε και καλούσε τις γειτόνισσες να φέρουν τους τενεκέδες τους. Οι ντενεκέδες αδειαζόντουσαν και επιστρεφόντουσαν αμέσως. Η χρήση του τενεκέ (συνήθως γκαζοτενεκέ) για τη συγκέντρωση σκουπιδιών έγινε και η αφορμή να πάρει ο τενεκές υποτιμητικό και υβριστικό χαρακτήρα. |
||
Στα τουρκικα η εκφραση teneke çalmak (του βαράω τους τενεκέδες) σημαινει χλευάζω κάποιον. Για περισσοτερα βλέπε στη σελιδα μου Διαπόμπευση. | ||
Μετά κάμποσα χρονάκια το κάρο συνταξιοδοτήθηκε και έκαναν την εμφάνιση τους τα αυτοκίνητα. Ήταν ημικυλινδρικά, κλειστά, και δεξιά κι αριστερά είχαν από 2 μπουκαπόρτες, σαν roll-top, που άνοιγαν για να αδειάσει ο διακομιστής τον ντενεκέ [οι σκουπιδοσακούλες εμφανίστηκαν πολύ αργότερα]. Η κουδούνα όμως παρέμεινε κουδούνα. Αέναο σύμβολο διέγερσης των φιλόκαλων νοικοκυράδων. | ||
Το κάρο του Δήμου ενέπνευσε και τους παραφραστές τραγουδιών της εποχής, περισσότερο απο τους φωτογράφους. | ||
πχ. Το:
|
Έγινε:
|
|
… αλλά και τους ρεμπέτες,όπως τον μαζοχιστή συνθέτη του «Ζητιάνου της Αγάπης», που στους τελικούς στοίχους του ποιήματος του, που κρύβουν και την «κάθαρση», λέει: | ||
|
Κάρο
σερνόμενο από άνθρωπο. Τα σκουπίδια ηταν μάλλον πτώματα και η σκηνή στην κατοχή απ' οπου εμπνεύστηκε ο ποιητής. |
|
Και το παλιότερο μικρασιάτικο | ||
|
||
1. φρόκαλα απο το ρ. φιλοκαλλώ = οικιακά απορριματα, «οσα σερνει η σκουπα» (πβ. το υβριστικό : «αντε ρε φρόκαλλο») | ||
Η ΑΣΦΑΛΤΟΣΤΡΩΣΗ |
||
Το στρώσιμο της ασφάλτου ήταν μια τραυματική εμπειρία που είχα στα πρώτα παιδικά μου χρόνια. Παρέστην στην ασφαλτόστρωση της Φωκίωνος Νέγρη για να μπορούν να περνάνε τα αυτοκίνητα. Τα μέσα πρωτόγονα. Προηγείται ένα τεράστιο καζάνι που μέσα έβραζε η πίσσα. Καύσιμο είχε ξύλα. Είχε στη μια πλευρά ένα φουγάρο που έβγαζε μαύρο καπνό από τα ξύλα και που μαζί με τις αναθυμιάσεις της πίσσας που έβραζε και τα μαυρισμένα μούτρα των δύστυχων εργατών δημιουργούσε την εντύπωση μιας μίνι-κόλασης. Στα επόμενα χρόνια αυτή η εικόνα ερχόταν σαν συνειρμός όταν άκουγα την λέξη «κόλαση». Αργότερα μας πήγαν με το σχολείο στο «Γκάζι» και ο,τι είδα εκεί έκανε ακόμα πιο τρομακτική την εικόνα. Ακολουθούσε ο οδοστρωτήρας (βλ. εικόνα). Ήταν μια μεταποιημένη ατμομηχανή. Κουνιόταν με ατμό! |
||
Στα σύνεργα του φινιρίσματος ήταν και ένα ραντιστήρι, σαν αυτό που ψεκάζουν τα δέντρα, που κατάβρεχε τον στρωμένο δρόμο με μια υδαρή, λιωμένη πίσσα. Πολύ αργότερα είδα τα συνεργεία που έκαναν πεζοδρόμο την Φωκίωνος Νέγρη για να μην μπορούν να περνάνε τα αυτοκίνητα. |
||
Η ΠΛΑΤΕΙΑ ΚΑΝΑΡΗ |
||
Γνωστή περισσότερο ως πλατεία Κυψέλης. Γύρω-γύρω διάσημα καφενεία οπως «Η ΒΙΟΛΕΤΑ» και το «ΑΤΤΙΚΟΝ», και ο ομώνυμος θερινός κινηματογράφος. Το τέρμα των τραμ και των λεωφορείων. Στή μέση της πλατείας ήταν το Δημοτικό Ιατρείο, «Δημοτικό» σημαινε δωρεάν εξέταση, χωρίς όμως χορήγηση φαρμάκων, και ο ανδριάντας του Κανάρη.
Αν θυμάμαι καλά ένα δάκτυλο του Κανάρη ηταν κομένο. Ισως για να μην κάνουν χρήση ή διαστρέβλωση οι Γερμανοί όπως έκαναν με την Αφροδίτη. |
||
Η ΑΛΑΝΑ |
||
Ο χώρος μπροστά από την παλαιά Σχολή Ευελπίδων (Σήμερα στεγάζονται εκεί τα δικαστήρια). Κατάλληλος λόγω έκτασης για ποδόσφαιρο. Τωρα έγινε υπόγειος χώρος στάθμευσης. | ||
Σε ένα σημείο της υπήρχε ένα μάλλον καλαίσθητο μπρούντζινο άγαλμα γυμνού
έφηβου, άγνωστου συμβολισμού και χρησιμότητας, έργο του Απάρτη. Οι
ποδοσφαιρόφιλοι μαθητές–σκασιάρχες των πέριξ γυμνάσιων, αφού πρώτα του
έκοψαν το πουλί, άφηναν στο βάθρο του τις τσάντες και τα μπουφάν τους.
Το άγαλμα μεταφέρθηκε, πουλοκομένο, στο Μετς όπου και επιδεικνύει την γύμνια του έως καποιο διαστημα και μετα εξαφανίζεται και απο εκει. Γέρασε μάλλον ο 'Εφηβος και ίσως να βρίσκεται τώρα στο ΕΥΓΗΡΙΑΣ ΜΕΛΑΘΡΟΝ. |
||
ΤΟ ΠΟΛΥΓΩΝΟ |
||
Φωτογραφίες από το βιβλίο του αξέχαστου Ανδρέα Βαβαγιάννη «Οδοιπορικό της Κυψέλης στις δεκαετειες ΄50 και ΄60» |
Συνοικία
απαράμιλλης κακομοιριάς και δυστυχίας, δεξιά τω εισχομένω στην Στρ. Σχολή
Ευελπίδων. (Δες εικονα). Το αποχετευτικό σύστημα ήταν ένα ανοικτό ρυάκι στη μέση του δρόμου. «Μικρά κι ανήλιαγα στενά και σπίτια χαμηλά μου». Κακομοιριασμένες γριούλες στις εξώπορτες. Εφιαλτική εικόνα που δεν μπορώ να πιστέψω πως υπήρξε. Σήμερα έχει εξαφανισθεί πλήρως από εκεί που ήταν, μεταφέρθηκε πίσω από του Γκύζη σε ανθρωπινά κτίρια και λέγεται πάλι «Πολύγωνο». |
|
ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΑ |
||
ΤΟ ΤΡΑΜ |
||
Τα οδηγούσαν ένστολοι οδηγοί, τα εισητήρια τα εξέδιδαν οι εισπράκτορες μέσα στο τραμ, και οι σταθμάρχες τους έκαναν κουμάντο. Οι ελεγκτές επιβιβαζόντουσαν σε απρόβλεπτες στάσεις και έκαναν έλεγχο αν όλοι οι επιβατες είχαν εισητήριο. Εσκιζαν λιγάκι το εισητήριο για να αποδείχνουν την περάτωση του ελέγχου. Δεν είχα δει ποτέ κάποιον να ελέγχει τους ελεγκτές. |
||
Σε
όλα τα λεωφορεία και τα τραμ υπήρχε ο εισπράκτορας που έκοβε εισιτήρια
στους επιβάτες ανάλογα με τον προορισμό τους. Πχ. Κάποτε το ΚΥΨΕΛΗ-ΟΜΟΝΟΙΑ
κόστιζε μια Δραχμή ενώ το ΚΥΨΕΛΗ-ΠΑΓΚΡΑΤΙ δυο δραχμές. Στο Παγκράτι ο
εισπράκτορας φώναζε «Τέρμα τα δίφραγκα» και γύριζε προς την ανάποδη κατεύθυνση
τις ράχες των καθισμάτων. Oταν τα εισιτήρια της 1δραχμής αυξήθηκαν σε 1,2 Δρχ. Ο αμίμητος Μποστ έκανε την διαφήμιση του: «Τι λες βρε θηρείον μια και είκοσι των εισιτηρίων, έλα Χριστέ και μη χειρότερα! Δεν παίρνω μια Ντωφίν να μου στοιχίζει κα φθηνότερα» (Ντωφίν = μοντέλο αυτοκίνητου της Ρενω) |
||
Το πράσινο (η φωτογραφία μονοχρωμη) | Το τραμ του Περάματος. Στην αφετηρια, μπροστά απο τον
Σταθμο ΗΣΑΠ του Πειραιά. |
|
ΤΑ ΛΕΩΦΟΡΕΙΑ |
||
Τραγικά μικρά, με κακό αερισμό σαρδελλοποιούσαν τους (συνήθως άπλυτους) επιβάτες. Στο ταβάνι δεξιά και αριστερά υπήρχε ένα οριζόντιο λουρί που άμα το τραβούσες κτύπαγε το κουδούνι για να κάνει στάση. Χαρακτηριστικά:
|
||
Τα πρώτα χρόνια η επιβίβαση γινόταν αυθαίρετα από οποιαδήποτε πόρτα, ο εισπράκτορας ξαναπερνούσε για να κόψει τα εισιτήρια των νεοεπιβιβασθέντων. Το ίδιο ίσχυε και γιά την αποβίβαση. Ακουγόταν και η παράκληση των (μικρασιάτων) επιβατών: "Εισπράκτωρ, άνοιξε με απο πίσω". Αργότερα όταν Υπουργός Συγκοινωνιών έγινε ο Βρανόπουλος της ΕΡΕ έβαλε μικρόφωνα στο κάθισμα του εισπράκτορα και γίναν κάποιες βελτιώσεις: Είσοδος απο την πίσω πόρτα μόνον, Καθιστός ο εισπράκτορας πισω. | ||
ΤΑ ΤΑΞΙ |
||
Μετά τον πόλεμο οι αμαξάδες της Κηφισιάς πήραν άδειες ταξί και κάτι μαύρα Φορντ μοντέλα του 1926. Αργότερα εμφανίσθηκαν κάτι τεραστία Plymouth, Chevrolet, De Soto, που έκαιγαν ένα σκασμό βενζίνη. Η βενζίνη πουλιόταν τότε με το γαλόνι και οι αντλιες ηταν αναλογικές, με ρολόγια. Το χρώμα του ΤΑΞΙ ήταν ελεύθερο και δεν υπήρχε η ταμπέλα «ΤΑΧΙ».
|
||
Το αναγνώριζες από την μια ταμπελίτσα του ταξίμετρου (την έλεγαν σημαία λόγω σχήματος) και έγραφε την ένδειξη ΕΛΕΥΘΕΡΟΝ. Από εκεί παρέμεινε η έκφραση «πτώση σημαίας» που έδειχνε το αρχικό ποσό χρέωσης μόλις ο ταξίτζης κατέβαζε το μοχλό της σημαίας. Τότε πια η σημαία δεν φαίνονταν. Όμως τα ταξί τα αναγνώριζες από μακριά γιατί κανένας ιδιώτης δεν είχε τέτοιου μεγέθους αυτοκίνητο. | ||
ΤΑ ΓΙΩΤΑ ΧΙ |
||
Ήταν ελάχιστα. Γιατροί βιομήχανοι και μεγαλέμποροι διέθεταν ΙΧ. Αρκεί να αναφέρω πως στην Κυψέλη, στην Δωδεκάνησου και Σπετσών αυτοκίνητα είχαν οι κκ. Τσιώμης, Εργίνος, Σταυριανόπουλος, Ιωαννίδης. | ||
ΤΑ ΚΤΙΡΙΑ |
||
Η ΣΧΟΛΗ ΕΥΕΛΠΙΔΩΝ |
||
Εκεί όπου σήμερα είναι τα Δικαστήρια. Το κεντρικό κτήριο έφερε τα δύο γνωμικά : «Εις οιωνός άριστος: ΑΜΥΝΕΣΘΑΙ ΠΕΡΙ ΠΑΤΡΗΣ» και «'Αρχεσθαι μαθών, άρχειν επιστήσει». Τωρα στεγάζει την ΣΧΟΛΗ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ. Τα πισω κτήρια εγιναν δικαστήρια.
|
||
Οι ευέλπιδες (ή «καναρίνια» λόγω κίτρινου σειριτιού στις επωμίδες, στο κολλάρο και στο πηλήκιο) ανέβαιναν συχνά πυκνά με βήμα παρελάσεως και σχετικά εμφυλιακά τραγούδια στα Τουρκοβούνια (Καραγιαννέικα) να κάνουν βολή. Οι ντουφεκιές ακούγονταν ως αργά. |
||
Καμιά φορά ανηφορίζαν έφιπποι προς μεγάλο μου ενθουσιασμό. Χοροπηδούσα στο παράθυρο της οδου Σπετσών και από απέναντι ο γείτονας ποιητής Νίκος Γκάτσος μου κουνούσε το δάκτυλο κρυφοχαμογελώντας, σα να μούλεγε «μην το κάνεις αυτό». |
||
ΤΟ «ΙΛΙΟΝ ΤΡΩΑΣ» |
||
Κασταλίας και Σπετσών. Βίλλα με ψηλό πετρινο έρεισμα που, κατά τον εμφύλιο, εχρημάτισε αρχηγείο του ΕΛΑΣ. Ιστορικο κτήριο, με ωραία αρχιτεκτονική. Κανένας δεν το έκρινε διατηρητέο. Γκρεμίστηκε για να γίνει ένα τσιμεντοσχολείο. |
||
ΤΑ ΣΧΟΛΕΙΑ |
||
1. Το 26ο Δημοτικό Σχολείο (Φωκίωνος Νέγρη και Σικινου) 2. Το 30ο Δημοτικό Σχολείο (Φωκίωνος Νέγρη και Αγ. Ζώνης) 3. Ιδιωτική Σχολή Βρατσάνου 4. Παραρτημα του 2ου γυμνασίου Αθηνων. 5. Ιδιωτικο Σχολειο Αναστασίας Αυτιά-Παπαιωάννου. |
||
Η έκτη τάξη του 30ου Δημοτικού Σχολείου. |
||
Η ΟΙΚΙΑ ΚΑΝΑΡΗ |
||
Το σπίτι του πυρπολητή, αγωνιστή του εικοσιένα,
ναυάρχου και πρωθυπουργού το γκρέμισαν και στην θέση του έκαναν μια ακαλαίσθητη
πολυκατοικία. Μετά, σαν μαρμάρινο συγχωροχάρτι, έγραψαν την μνημειώδη επιγραφή που μεταξύ άλλων λέει " εδώ εκειτο η ταπεινή οικία του Κωνσταντίνου Κανάρη". Η πατρίς αγνωμονούσα! Αν ο Κανάρης άξιζε κάτι οφείλαν να διατηρήσουν το σπίτι. Αν όχι δεν χρειάζεται η πλάκα. |
||
Η ΒΙΛΑ ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ |
||
Αν και ήταν εκτός Κυψέλης, αποτελούσε χάρμα οφθαλμών και θέαμα για τους πιτσιρικάδες. Στην συμβολή των οδών Μιχαλακοπούλου και Βασ. Σοφίας. Ενα μικρό έτρινο παλατάκι που τώρα μόνο στην Ντίσνεϋλαντ βλέπουμε. Οταν πηγαίναμε με την μητέρα μου προς Χολαργό καθόμουν στα αριστερά για να δω το Χασάνι (Στρατιωτικό Αεροδρόμιο με αεροπλάνα εκεί που τώρα είναι το Υπουργείο Εθ. Άμυνας, το «Πεντάγωνο»). Οταν γυρνούσα παλι καθόμουν αριστερά για να δω την «Βίλα Μαργαρίτα». Επεσε θύμα, αδέλφια, της ανοικοδόμησης και της αντιπαροχής. | ||
ΤΑ ΣΠΙΤΙΑ |
||
ΟΙΚΟΔΟΜΕΣ |
||
Η αντιπαροχή, της αντιπαροχής, ω αντιπαροχή. Εποχή οπου ο πάσα έκαστος έδινε μια μονοκατοικία, ανεξάρτητα του πόσο όμορφη ήταν, προκείμενου να αποκτήσει 5-6 διαμερίσματα, να μείνει στο ένα και να νοικιάζει τα άλλα και «να κααάθεται» κατά την προσφιλή και παγκοίνως αποδεκτή επιδίωξη του ποτέ Μίμη Φωτόπουλου. | ||
ΕΡΓΑΤΕΣ |
||
Οι μαραγκοί στήναν τη σκαλωσιά από ξύλα. Τιποτε δεν ήταν μεταλλικό ή προκατασκευασμένο. Μετά κουβαλούσαν το τσιμέντο οι μπετατζήδες[1], περπατώντας πάνω στις σκαλωσιές , και το έχυναν από τον ντενεκέ στο καλούπι που ετοίμαζαν οι καλουπατζήδες. Κατόπιν «ηλιοκαείς και κινούντες μυς ευτόνους, διήρμοζον» τα τούβλα οι κτίστες και που με τη σειρά τους, οταν τελείωναν έδιναν τη θέση τους στους σουβατζήδες. 1. Με αποφαση της Ακαδημίας Αθηνων το γαλλικο beton πήρε ελληνική υπηκοότητα και του επετράπη να κλίνεται: το μπετό, του μπετού, τα μπετά. |
||
ΥΛΙΚΑ |
||
Η ετοιμασία του κονιάματος γινόταν στο δρόμο με άμμο, μαρμαρόσκονη και ασβέστη και την ανέβαζαν στον όροφο με το πηλοφόρι. Τα τούβλα ριχνόντουσαν σωρηδόν στην άκρη του δρόμου. Η παλέτα ήταν άγνωστη. Τα υλικά παρέμεναν μέχρις εξαντλήσεως μπροστά από την οικοδομή. Πολλά από αυτά μας χρησίμευαν για να κάνουμε τα αρχιτεκτονικά μας πειράματα. Κάποτε οι τσιμεντόλιθοι χρησίμευσαν για να κτίσουμε το παράθυρο της Δίδος Νίτσας Μολίν (ανυπάνδρου θείας του μακαρίτη φίλου μου Μιχάλη Εργίνου, ηλικίας άνω του ημίσεως αιώνος, με μανία καθαριότητας) που δεν μας άφηνε να παίζουμε μπάλα. | ||
ΕΓΚΑΙΝΙΑ |
||
Κατά την περίοδο της αντιπαροχής μόλις γινόταν η κατεδάφιση κάποιου όμορφου νεοκλασικού κτιρίου άρχιζε ηεκσκαφή των θεμέλιων. Τότε σφάζανε ένα κόκορα στα θεμέλια για στεριώσει το σπίτι. Το παλιό καλό καιρό έχτιζαν την γυναίκα του πρωτομάστορα. Δεν αναφέρεται πουθενά αν στέριωνε το σπίτι άλλα σίγουρα στέριωνε η νέα σχέση του πρωτομάστορα με την νέα του σύζυγο, που ήταν πλέον πιο υπάκουη για να μην χρησιμεύσει ως στερεωτικό υλικό στην προσεχή κατασκευή. | ||
ΤΑ ΕΠΙΠΛΑ |
||
ΟΙ ΔΙΦΥΛΛΕΣ ΚΑΙ ΤΡΙΦΥΛΛΕΣ ΝΤΟΥΛΑΠΕΣ |
||
Τα αστικά σπιτια δεν διεθεταν εντοιχισμενες ντουλάπες.
Συνηθιζονταν η εκφραση για τον χαρακτηρισμο καποιου σωματώδους ανδρα : «σα δίφυλλη ντουλάπα» |
||
ΤΟ ΚΟΜΜΟ |
||
Από το λατινικο commodus(=κατάλληλος, ευχρηστος) που πέρασε και στα Ιταλικά, και στα Γαλλικά δοθηκε το ονομα σε ενα επιπλο με πολλα συρταρια για την φύλαξη τραπεζομαντηλων και πετσετών αλλα και για ελαφρά κλινοσκεπάσματα (σεντόνια μαξιλαροθήκες). Σ΄αυτα τοποθετουσαμε και λεβαντα μεσα σε σακουλακια απο καμβα. | ||
ΤΟ ΦΑΝΑΡΙ |
||
Ενας κύβος απο ντενεκε 50Χ70 εκ. σε σχημα λαδοφάναρου με πορτα για την φύλαξη των τροφιμων απο εντομα και γατες. Την επισκευη του αναλαμβανε ο πλανόδιος φαναρτζής. Απο αυτον ονομασθηκαν και οσοι επισκευαζουν, ανασχηματιζουν μεταλλικα ελάσματα κυριως αυτοκινήτων. Ας παρατηρήσουμε οτι ο σημερινος φαναρτζης δεν επισκευάζει φανάρια αυτοκινήτων. | ||
Ο ΜΠΟΥΦΕΣ |
||
ΤΟ ΒΡΥΣΑΚΙ |
||
Τουρκικά Μουσλούκι. Απο μπλε ντενεκε. Αποθηκευε νερο για πλυσιμο οταν η ΟΥΛΕΝ ειχε διακοπές. Στη δικαιοδοσία του φαναρτζή ηταν οι επισκευές του. | ||
ΤΑ ΜΑΓΑΖΙΑ |
||
ΤΟ ΦΑΡΜΑΚΕΙΟ |
||
Το φαρμακείο δεν ήταν μόνο πωλητήριο φαρμάκων αλλά και κατασκευαστήριο. Την συνταγή έδινε ο γιατρός. Ειδικός μικρουπάλληλος ο και «φαρμακοτρίφτης» καλούμενος κοπανούσε τα υλικά που του έδινε ο φαρμακοποιός, σε ενα γουδί απο πορσελάνη. Το περιεχόμενο συκευάζονταν σε ξύλινο κουτί και υπήρχε και delivery από τον ίδιο τον φαρμακοτρίφτη. Διάσημα φαρμακεία στην Κυψέλη ηταν του Απ'οστολου Λέκκα (Δημοτικου Συμβουλου του Δημου Αθηναίων) στην οδο Σκύρου και Κυψέλης. Επειδή τα τηλέφωνα σπάνιζαν, το φαρμακείο ηταν και το στέκι των γιατρών. Εκεί διάβαζαν τις εφημερίδες τους και περίμεναν καποιον άρρωστο να ζητήσει με μαντατοφόρο την βοήθειά τους. Οι επισκεψεις "οίκοι" ήταν κατά πολύ συνηθέστερες απ' ότι σήμερα. | ||
ΤΟ ΚΟΥΡΕΙΟ |
||
Ο κουρέας δεν εβαζε βδελλες ουτε εκοβε βεντουζες οπως παλαια. Το κουρειο ομως ηταν και αυτο στεκι. Πολλοί ηλικιωμενοι το επισκεπτοντουσαν καθημερινα για ξυρισμα. Στο ξυρισμα χρησμοποιωταν ξυράφι. Το ακονιζαν σε πετσινο λουρι και μετα την σπαπουναδα στο λεκανακι. Το κουρεμα φινονταν με χειροκινητη μηχανή εν χρώ για τους μαθητες (κν. γουλι). Στην Κυψέλη ειχαμε στην Σκυρου και Σπετσων τον κυρ-Νικο, και τον κ. Σπύρο Πουλή στην οδο Κυψέλης μεταξυ Σκυρου και Ευβοίας. Οι πιο ηλικιωμενοι, (πχ. ο παππούς μου) ζητουσαν τις υπηρεσιες του κουρέα στο σπιτι. Ο παππους μου απεριπτε καθε καθυστερηση απο την συμφωνημενη ωρα, χωρις καμια σοβαρη δικαιολογια, για την απορριψη παρα μονον διότι δεν ηθελε να γινει "οργανον του κουρέως". Οι κουρείς ηταν κατα κανόνα μουζικαντες, λαλίστατοι, και εκτροφεις καναρινιων. | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Αυτός ο τόπος θα κυβεριώνταν καλύτερα, αλλά αυτοί που ξέρουν τι κάνουν αν γίνουν πρωθυπουργοί, είναι απασχολημένοι με το να κουρεύουν ανθρώπους και να οδηγούν ΤΑΞΙ. |
||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
ΤΟ ΧΑΣΑΠΙΚΟ |
||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Σύρου και Κυψέλης το χασαπικο του Γρηγορίου. Στο φοντο ξυλινο ψυγειο. Ο Γρηγοριου εμπαινε ολος μεσα κραδαίνοντας ενα πελωριο μαχαιρι[1] και ενα μασάτι[2], εκοβε το κρεας απο μοσχαρια, αρνια κλπ που κρεμονταν σε τσιγγελια. Το κρεας ζυγιζονταν σε ζυγαρια[3] με δραμια[4], συκευαζονταν σε χασαποχαρτο και παραδιδονταν στον πελατη. Ταμπέλα: "ΚΟΠΤΕΤΑΙ ΚΥΜΑΣ ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΠΕΛΑΤΗ" στο βαρος του προιοντος προσθετονταν και τα κοκκαλα, παχη κλπ (ο κατιμάς) που είχαν αφαιρεθή πριν την κυμαδοποιηση. | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
1. 2. | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
3.4. |
||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Η επίσημη κατάργηση όλων των παλαιών μέτρων και σταθμών έγινε στις 31 Μαρτίου του 1959 | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
ΤΟ ΜΠΑΚΑΛΙΚΟ |
||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Μπακάλικα υπηρχαν πολλα. Η γειτονια μου εξυπηρετουνταν απο δύο: του "Κοκλώνη" (Σκύρου και Σπετσών) και του "Παπαγεωργίου", πιο παδοσιακο (Στεγάζονταν σε ενα νεοκλασικο στην οδο Σύρου). | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Η ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΗ ΑΓΟΡΑ |
||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Στην γωνια Σκυρου και Κυψέλης ηταν μια "αμερικανικη Αγορα" που πουλουσε πλαστικουρες της κακιας ωρας και υφασματα σταμπωτά. Τα αμερικανικα προιοντα ειχαν την φήμη πρακτικων και φθηνων. | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
ΟΙ ΤΑΒΕΡΝΕΣ |
||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Κατα την απογραφή Βαβαγιάννη (ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ ΤΗΣ ΚΥΨΕΛΗΣ ΣΤΙΣ ΔΕΚΑΕΤΙΕΣ ’50 ΚΑΙ ‘60):
|
||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Η ΕΒΓΑ |
||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Ο πρώτος διδάξας ήταν κάποιος Μάνταλος στην πλατεία Κυψέλης. Τα μπουκάλια του γάλακτος «ΕΒΓΑ» ηταν επιστρεπτέα, πουλιώταν και παγωτά «ΕΒΓΑ» και "ΖΥΘΟΣ ΦΙΞ". |
||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
ΨΙΛΙΚΑ |
||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Στην οδο Σκυρου ΨΙΛΙΚΑ υπο την κ. Παγωνα. Με εφημεριδες και καλο τζιρο γιατι συναντουσες το μαγαζι μολις κατέβαινες απο το τραμ. Αγοραζαμε απο εκει καραμέλλες "Τσαρλεστον" προς 5 λεπτά εκαστη. Στην ανοδο της Σπετσων, μεταξυ Ευβοιας και Σκυρου, αλλα ΨΙΛΙΚΑ της κ. Βάσως. Ηταν η επισημος προμηθευτης για χαπα-χουπες. Επισης «μανταρονται καλτσαι», «ενδυονται κομβια»1 Καθε ψιλικατζηδικο που σεβονταν τον ευατο του διεθετε τα απαραιτητα εργαλεια και μια φτωχη κοπελιτσα τη "μανταριστρα". Μανταριζε τις γυναικειες καλτσες που του "εφευγαν πόντοι". Συμπληρωματικα κατασκευαζε υφασματινες ζωνες και κουμπιά απο υφασμα που της εφερνε η πελατισα. |
||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
ΓΥΨΙΝΑΙ ΔΙΑΚΟΣΜΗΣΕΙΣ |
||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Το μοναδικο εργαστήρι ειχε ο πατέρας του συμμαθητή μου Τακη Κωβαίου στην οδο Σύρου. Χρησιμοποιουσαμε κομματια απο γύψο που πετουσε για να χαραξουμε την μεγαλη και μικρη περιοχη πανω στην ασφαλτο της οδου Σπετσών οταν παίζαμε ποδόσφαιρο. Τωρα οι αναλογες διακοσμησεις γινονται απο αφρολεξ. |
Εμφάνιση μόνον το Νοέμβριο και Δεκέμβριο. Οι γαλοπούλες κυοφορούσαν ελεύθερες και ο γαλοπούλος τις καθοδηγούσε με ένα μακρύ καλάμι. Ουδέποτε κάναμε χρήση των υπηρεσιών του.
Προοπτική ήταν να αγοράσεις την γαλόπουλα, να την ταΐζεις με ό,τι εσύ θέλεις (συνήθως κουκουνάρι) και να την σφάξεις τα Χριστούγεννα.
Ο ΦΩΤΟΓΡΑΦΟΣ |
|
Στην πλατεία Κυψέλης. Εκείνη την εποχή οι απαιτήσεις για τις φωτογραφίες στις ταυτότητες είχαν την προδιαγραφή:"Ο,τι νάναι". Ο φωτογράφος στις ετοίμαζε επι τόπου. Το διάφραγμα της μηχανής ηταν καπακι που το αφαιρουσε με το χερι. Αν επρεπε να φωτισει περισσότερο εκανε μια στριφογυριστη ταχυδακτυλουργια με το καπακι για να αφησει περισσοτερο χρονο εκθεσης. Ως σκοτεινος θαλαμος χρησιμευε η ιδια η camera (camera obscura=σκοτεινος θαλαμος). Τα απαραίτητα υγρα εμφάνισης τα κουβαλουσε ενα κουβαδάκι. Απαραίτο εξάρτημα ηταν και μια καρέκλα με φόντο ενα μεγάλο χαρτόνι για τις φωτογραφίες ταυτοτήτων, διαβατηρίων κλπ. | |
Ο «ΓΥΑΛΙΚΑ ΣΠΑΣΜΕΝΑ ΔΙΟΡΘΩΝΟΥΜΕ» |
|
Ούτε πως τα διόρθωνε ούτε ποιοι ήταν οι πελάτες του ξέρω. Περνούσε συχνά όμως, άρα κάποιοι διορθώναν τα γυαλικά τους. | |
Ο «ΔΕΚΑΠΕΝΤΕ» |
|
Έμπορος πλαστικών πουλούσε τραπεζομάντηλα, καρέ και ποδιές. Κραυγή: «Τα γιαπωνέζικα τζάμπα, πέντε φράγκα οι ποδιές τρία φράγκα τα καρέ, τα τραπεζομάντιλα δεκαπεεεεέντε». |
|
Ο «ΜΥΣΤΙΚΟΣ» |
|
ο κ. Α. Χαμηλοθώρης χαφιές και «μυστικός» αστυνομικός της ασφάλειας του 7ου αστυνομικού τμήματος. Τα εισαγωγικά απαραίτητα γιατί τον γνώριζε όλη η Κυψέλη. Διένειμε χαρτάκια που έγραφαν «περάστε από το 7ο παράρτημα ασφάλειας δι υπόθεσιν σας». Εκεί αν αριστέριζες σου γίναν οι δέουσες υποδείξεις. Οποίος δεν συνεμορφούτο προς τας υποδείξεις φακελώνονταν δεόντως και αντίο διορισμοί, άδειες, δουλειά, διαβατήριο κλπ. | |
Ο «ΤΑΣΟΣ» Ο «ΤΖΙΜΗΣ Ο ΤΙΓΡΗΣ» |
|
Σπανίως αναφαινόμενοι, στην πλατεία Βικτωρίας ή Φωκίωνος Νέγρη. Άπλωμα κουβέρτα και επιδείξεις δυνάμεως. Κόψιμο τράπουλας, λύγισμα σίδερων κλπ. | |
Ο ΑΚΟΝΙΣΤΗΣ ΤΡΟΧΟΣ |
Με την κραυγή "Ακονιστής-Τροχός! Ψαλίδια-Μαχαίρια ακονίζουμε!" περνούσε ένας Γύφτος έχοντας στην πλάτη του ένα στρίποδο με τον τροχό. Ο μεγάλος τροχός ήταν μια ζάντα από ρόδα ποδήλατου. Στο αυλάκι της ζάντας περνούσε ένα λουρί που χρησίμευε σαν ιμάντας κίνησης για τον σμυριδοτροχό. Η κίνηση γινόταν με το πόδι σε ένα ξύλινο πεντάλι που συνδεόταν με τον άξονα με ένα άλλο λουρί. Ο άξονας ήταν μια κομμένη σούβλα. Η διασκέδαση μας στο να παρακολουθούμε τον γύφτο στην δουλειά του ήταν μεγάλη επειδή από τον σμυριδοτροχό πετιόντουσαν σπίθες που θυμίζαν τα βεγγαλικά. Φυσικά αυτή η δουλειά γινόταν στο πεζοδρόμιο του πελάτη. |
Ο ΒΟΥΤΥΡΑΣ |
|
Δεν ξέρω αν όλοι εφαρμόζανε το ίδιο σύστημα, πάντως εμείς είχαμε το οικογενειακό μας Βουτυρά. Ο Κυρ-Μήτσος από το Μενίδι. Ένας τυπικός χωριάτης με μικρό, στριφτό μουστακάκι, τραγιάσκα και κουμπωμένο άσπρο πουκάμισο χωρίς γραβάτα. Ερχόταν με την συγκοινωνία της εποχής από το Μενίδι, με μια τσάντα από καραβόπανο, κουβαλώντας 10 οκάδες βούτυρο σε μικρά ντενεκεδένια κουτιά, Μας άφηνε δυο κουτιά, φροντίζοντας να πάρει πίσω τα προηγούμενα. | |
Ο ΓΑΛΑΤΑΣ - ΓΙΑΟΥΡΤΑΣ |
|
Από τους Γαλατάδες της Κυψέλης δυο ήταν
οι διάσημοι οι αδελφοί Τσαγκρινού, ο Κώστας και ο Θανάσης. Διάσημοι γιατί
ήταν τσακωμένοι, είχαν δυο διαφορετικά μαγαζιά και διαφορετική πελατεία.
Τα δύο αδελφια δεν μιλιώταν. Θυμηθείτε τον διάλογο: - Ποιος σου εβγαλε το ματι; Στην οδο Κυψέλης - Χαιρωνειας ηταν το Γαλατάδικο του ανένταχτου Θανάση Τσαγκρινού που γυρναγε παντα ντυμενος πολυ ελαφρα χειμώνα-καλοκαιρι. Στην διασταυρωση Συρου και Καλογερα εδρευε ο αλλος Τσαγκρινος: ο Κώστας. Γαλακτοπωλειον "ΤΑ ΒΑΡΔΟΥΣΙΑ". Οι δύο γιοι του ηταν συμμαθητές μου. Μας εφερνε γιαουρτια σε πηλινα κεσεδακια, επιστρεπτέα. Το γάλα ήταν παστεριωμένο της ΕΒΓΑ ή δικό τους χύμα που μεταφέρονταν σε μεταλλικό δοχείο που το λέγαν γκιουγιούμι[1]. Τα γιαούρτια έμπαιναν μέσα σε μεταλλικό ντουλαπάκι με 5-6 σειρές που κουβαλιόταν στο χέρι. Τα κενά κεσεδάκια έμπαιναν στη θέση των γεμάτων. Με την πρόοδο της τεχνολογίας ο Θανάσης τα φόρτωσε σε τρίτροχο ποδήλατο καιο Κώστας σε ποδήλατο, μοτοσυκλέτα και τελικά αυτοκίνητο. Όταν τον ρωτάγανε "Δεν κουράζεσαι ρε Θανάση με το Ποδήλατο;" αυτός απαντούσε "Εγώ είμαι παιδί του λόγγου, του βουνού και της πρασινάδας". Ενας αλλος γιαουρτάς περιφερονταν στις αρχες της δεκαετειας του 50 με ενα οριζοντιο ξύλο στους ωμους του απ' οπου κρεμοντουσαν εκατερωθεν δυο πελωριες πηλινες "τσανάκες" με παχύ γιουρτι Συλληβρίας. Σερβιρε με μια κουταλα γιαούρτι με το ζύγι. Εξαφανίσθηκε σύντομα. |
|
1. Απο το τουρκικό gügüm = δοχείο μεταφοράς υγρών Βλ. Κ.ΚΟΥΚΚΙΔΗ «ΛΕΞΙΛΟΓΙΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΛΕΞΕΩΝ ΠΑΡΑΓΟΜΕΝΩΝ ΕΚ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΚΗΣ», Εκδοση "ΕΤΑΙΡΙΑΣ ΘΡΑΚΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ - 1960" σελ. 29 |
|
Ο ΓΑΝΩΤΗΣ |
|
Γύφτος με ακρίβεια ελβετικού χρονομέτρου. Βρισκόταν στις 12 πάρα τέταρτο κάθε μεσημέρι στην διασταύρωση Σπετσών και Σκύρου και άρχιζε : "ο Γιαααααανωτζής". Δυνατά και τραβώντας το ααααα σε επίπεδο Βυζαντινού πρωτοψάλτη, τόσο που καμιά φορά άκουγες και κανένα "σκάσε" από αγανακτισμένη γειτόνισσα. Στην πλάτη του κουβαλούσε το τσουβάλι με τα γανώματα: κατσαρόλες, χύτρες, μπρίκια. Αυτά που έπαιρνε για να γανώσει και αυτά που επέστρεφε γανωμένα. Πάντα είχα την απορία πως δεν καθυστερούσε; Ήταν το έναυσμα για να αρχίσει ο παππούς μου την μουρμούρα: "Υπάρχει ελπίς να φάμε;" |
|
Ο ΕΙΣΠΡΑΚΤΟΡΑΣ |
|
Σε όλα τα λεωφορεία και τα τραμ υπήρχε ο εισπράκτορας που έκοβε εισιτήρια στους επιβάτες ανάλογα με τον προορισμό τους. Πχ. Κάποτε το ΚΥΨΕΛΗ-ΟΜΟΝΟΙΑ κόστιζε μια Δραχμή ενώ το ΚΥΨΕΛΗ-ΠΑΓΚΡΑΤΙ δυο δραχμές. Στο Παγκράτι ο εισπράκτορας φώναζε «Τέρμα τα δίφραγκα» και γύριζε προς την ανάποδη κατεύθυνση τις ράχες των καθισμάτων. Όταν τα εισιτήρια της δραχμής αυξήθηκαν σε 1,2 Δρχ. Ο αμίμητος Μποστ έκανε την διαφήμιση του: «Τι λες βρε θηρειον μια και είκοσι των εισιτηρίων, έλα Χριστέ και μη χειρότερα δεν παίρνω μια Ντωφιν να μου στοιχίζει κα φθηνότερα» (Ντωφιν = μοντέλο αυτοκίνητου της Ρενω) | |
Ο ΟΔΗΓΟΣ ΤΟΥ ΤΡΑΜ |
|
Στο τέρμα της διαδρομής ο οδηγός άλλαζε θέση και πήγαινε στο πίσω μέρος του τραμ, που τώρα γινόταν το μπρος μέρος του τραμ. Το ίδιο το τραμ δεν μπορούσε να στρίψει 180 μοίρες! Η μη χρησιμοποιούμενη θέση του οδηγού ήταν η αγαπημένη μου γιατί μπορούσα να παίζω το ρόλο του οδηγού χωρίς επιπτώσεις. |
Ο ΕΛΕΓΚΤΗΣ |
|
Στη διάρκεια της διαδρομής των μέσων μεταφοράς εμφανιζόταν ο ελεγκτής. Επαναλάμβανε : «τα εισιτήρια σας παρακαλώ». Επιθεωρούσε το χαρτάκι και του έκανε ένα μικρό σκίσιμο σαν ένδειξη επικύρωσης. |
|
Στον ηλεκτρικό (ΗΣΑΠ) ο ελεγκτής είχε και μια διατρητική μηχανή (έμοιαζε με συρραπτικό) και έκανε μια τρύπα στο χαρτονένιο εισιτήριο. | |
Ο ΣΤΑΘΜΑΡΧΗΣ |
|
Αν δεν σφύριζε ο σταθμάρχης το όχημα δεν ξεκινούσε από την αφετήρια. Η θέση του ήταν επίζηλη όπως και όσες έχουν –αρχης στον τίτλο τους. Ο ίδιος αισθάνονταν σαν αυτοκράτορας και η μητέρα του το έλεγε στις γειτόνισσες. | |
Ο ΚΑΡΒΟΥΝΙΑΡΗΣ |
|
Το κάρβουνο ειχε δυο χρήσεις. Για
τις σόμπες (κωκ ή ανθρακίτης) ή για τις ψησταριές (ξυλοκάρβουνο). Εμεις
λογω υποδομής, το χρησιμοποιουσαμε μόνον για τις σόμπες. Αποθήκη για
κάρβουνα υπηρχε στην οδο Κυψελης & Ζακύνθου
αριστερά τω ανερχομένω. Εκεί παραγγέλναμε τα κάρβουνα (ανθρακίτη) της
χρονιάς και μας τα φέρνανε με το καμιόνι κάτι κατάμαυροι εργάτες που
τα αδειάζανε στο υπόγειο. Δεν θυμάμαι πλανόδιο καρβουνιάρη. |
Ο ΛΟΥΣΤΡΟΣ |
||
Τους λούστρους θα μπορούσαμε να τους χωρίσουμε δε δυο τάξεις. Οι πλανόδιοι και οι υπαίθριοι. Οι πλανόδιοι γυρίζανε εδώ κι΄εκει με ένα κασελάκι-λάιτ και γυαλίζανε τα παπούτσια των θαμώνων των καφενείων, αν συγκατένευαν στην παράκληση "Γυαλίσω κύριος;". Οι υπαίθριοι είχαν μόνιμο στέκι, βαρύ κασελάκι με μπρούτζινα πόμολα και διακοσμήσεις. Τέτοια κασελάκια μπορεί να βρει κάνεις ακόμη και τώρα στο μοναστηράκι. Τα πιο πολλά είναι ψεύτικα φτιαγμένα στα παλιά πρότυπα. Ο λούστρος χρησιμοποιούσε φτηνά χρώματα βαλμένα σε μπουκάλια παραταγμένα μέσα σε τσίγκινες θήκες δεξιά και αριστερά από το κασελάκι. Οι υπαίθριοι αντικαθιστούσαν τα καπάκια των μπουκαλιών με τις βάσεις από βιδωτές ηλεκτρικές λάμπες [OSRAM] γιατί ήταν μπρούτζινες και επομένως πιο διακοσμητικές. Στης θήκες των μπουκαλιών έμπαιναν και χαρτόνια, καπάκια από κουτιά τσιγάρων. Αυτά χρησίμευαν σαν προστατευτικά της κάλτσας του πελάτη.Οι βούρτσες ήταν καμπυλωτές καιδουλεύονταν σε ζευγάρια. Όταν δεν τις χρησιμοποιούσαν τις ένωναν από την μεριά των τριχών και τις φυλάγαν στο κάτω μέρος από το κασελάκι. Είχαν άλλες για τα καφέ και άλλες για τα μαύρα παπούτσια. Οι πιο μάγκες κάνανε και διάφορα ταχυδακτυλουργικά με τις βούρτσες, τις πετούσαν στον αέρα σαν ζογκλέρ. |
||
Ο πελάτης είτε ήταν αραχτός στην καρέκλα του καφενείου είτε όρθιος, όφειλε να τοποθετεί το πόδι του πάνω σε ειδική βάση. Η επεξεργασία περιλάμβανε τρεις φάσεις: Ξεσκόνισμα, βάψιμο και γυάλισμα. Το ξεσκόνισμα γινόταν με τις βούρτσες, μετά το βάψιμο γινόταν με βούρτσα η σφουγγαράκι, και ακολουθούσε το γυάλισμα : Ο λούστρος τύλιγε τα δάκτυλα του με ένα κουρελάκι και έπαιρνε από ένα στρογγυλό κουτί το "τζιλά", ένα ημιδιάφανο λίπος σαν παρκετίνη. Πασάλειβε τα βαμμένα παπούτσια και μετά τα έτριβε με ένα παχύ κόκκινο βελουδένιο ύφασμα για να γυαλίσουν. Ενα γερο κτύπημα με την βούρτσα πάνω στο κασελάκι ήταν η ειδοποίηση για τον συνήθως αφηρημένο πελάτη να αλλάξει πόδι. Τα στέκια των υπαίθριων λούστρων ήταν σε πλατείες, σταθμούς του ΕΗΣ. Οι τελευταίοι υπαίθριοι ήταν στην στοά Όρφεως επί της Πανεπιστήμιου. Τώρα έχει μένει μόνον ένας στην πλατεία Κάνιγγος και αλλος ένας Βουκουρεστίου και Πανεπιστημίου. Πλανόδιους έχω χρόνια να δω. Εξυπακούεται ότι ποτέ δεν έχω δει γυναίκα να βάφει τα παπούτσια της. Αν αναλογισθείτε την στάση, την φούστα, και την γενικότερη σεξουαλική πείνα θα καταλάβετε το γιατί. Το άκρον άωτον της πολυτέλειας ήταν το στιλβωτήριο. Ειδικό κατάστημα όπου ο πελάτης καθόταν σε υπερυψωμένο καναπέ και είχε δυο υποπόδια. Έτσι δεν άλλαζε στάση σε όλη την διαδικασία. Όμως τέτοια μαγαζιά υπήρχαν μόνο στο κέντρο. Το τελευταίο ήταν στην Στοά του ΟΠΕΡΑ. Η Ομόνοια ή πλατεία Δημαρχείου και η Κάνιγγος έβριθαν από υπαίθριους και πλανόδιους λούστρους. Όταν έβρεχε δεν είχαν που να πάνε, και φυσικά δεν υπήρχαν και πελάτες. Καταφύγιο τους ήταν το ΡΟΖΙΚΛΕΡ και η ΑΛΑΣΚΑ. Κινηματογράφοι της συμφοράς που έπαιζαν Καουμπόικα (πολύ αργοτερα ηταν οι αυτοκρατοριες της τσοντας). Θρυλείται και ότι είχαν την επιγραφή "Οι αξιότιμοι κκ. Πελάτες μας παρακαλούνται να αφήνουν τα κασελάκια τους απ΄εξω". Ας μην ξεχνάμε βέβαια ότι η λέξη "λούστρος" ήταν και παραμένει βρισιά υποδηλώνοντας, άδικα κατά την γνώμη μου, άνθρωπο της κατωτέρας στάθμης. |
||
Ο ΠΑΓΟΠΩΛΗΣ |
||
Το ψυγείο του πάγου ήταν το μόνο μέσο συντήρησης τροφίμων
και διασφάλισης κρύου νερού στο σπίτι. Ηλεκτρικά ψυγεία είχαν μόνον οι
επαγγελματίες [χασάπηδες, μπακάληδες, γαλατάδες] . Ο παγοπώλης πουλούσε
πάγο για οικίες.
Στην Κυψέλη είχαμε τον Κυρ-Νίκο, μισοπάλαβο χοντρό με γυαλάκια, με πελώρια βρακιά που έφταναν λίγο κάτω από το γόνατο. Φορούσε σανδάλια σε μια εποχή που σανδάλια φορούσαν μόνο τα παιδιά. Φώναζε άπειρες φορές και με απίστευτη ταχύτητα «πάγο, πάγο, πάγο» και πετούσε και καμιά ατάκα για να καλοπιάσει τις υπηρέτριες: «Τι θα γίνει καλή μου, θα παντρευτούμε;» και άλλα τέτοια. |
||
Οπλισμένος με 2 σατανικά σιδερένια εργαλεία : Το γάντζο και τον μπαλτά, έκοβε τις κολόνες σε μισά η τέταρτα με τον μπαλτά , τις μάγκωνε με τον γάντζο και τις πουλούσε. Τις κολόνες τις κουβαλούσε σε ένα χειραμάξι, σκεπασμένες με καννάβινο τσουβάλι. Κάπου στην Κασταλίας είχε ένα χώρο σαν ψυγείο όπου φύλαγε το στοκ της ημέρας για διανομή. Όταν άδειαζε το καροτσάκι του πήγαινε πάλι για να το γεμίσει. |
Ο Ράφτης |
|
Επάγγελμα
μέ μπόλικη δουλειά. Τω καιρω εκεινω σκυλοπαρακαλουσαμε καποιον που πηγαινε
στην Aγγλια να μας φέρει 4 μέτρα υφασμα για να ράψουμε κουστουμι εγγλέζικο.(Το
υφασμα επερεπε να ειναι «μέγκλα»[1] για
να ειναι καλό), μετά το πηγαιναμε στο ράφτη της επιλογής μας. Στην Κυψέλη, Ευβοίας και Αγ. Αποστόλων κατοικοέδρευε ο κ. Δαμκαλιδης ενας συμπαθής μουγκός ράφτης. Μολις που εβγαζε κατι ήχους, ακατάληπτους κατα κανονα. Το ελαττωμα του του εδωσε το παρατσουκλι «κιαβαβάου-παπαπάου». Ηταν καλός ράφτης αλλά δεν του ειχαμε και πολλή εμπιστοσύνη λογω της αδυναμίας συνεννοησης. Επειδη το κοστος των ενος παλτου η ενος κουστουμιού ηταν μεγάλο, δεν διναμε πολλή σημασία στις αλλαγές της μόδας. Καλό ήταν το «αθάνατο», αυτο που θα βαστουσε πολλα χρονια. Οταν πια αρχιζε να γυαλίζει απο την παλαιοτητα, ειδικοι ράφτες «γύριζαν» το μέσα έξω. (βλ. Αγγελία αριστερά)[2] |
|
1. μεγκλα απο το Made in England |
|
2. Το κοστουμι φαινονταν σαν καινουριο! Μια μικρη λεπτομερεια προδιδε την αλλαγη: Το τσεπακι για το μαντήλι στο σακακι εμφανιζονταν στα δεξια αντι για τα αριτερα. Ο ράφτης του γυρίσματος διεθετε και «μανταριστρα», ειδική ραφτρα, που εκλεινε μαντάριζε την παλια τρυπα. | |
ΠΑΠΑΛΩΜΑΤΑΣ |
|
Εκτός από τις κουβέρτες ο κόσμος χρησιμοποιούσε και παπλώματα παραγεμισμένα κυρίως μεβαμβάκι. Αλλά και τα στρώματα ήταν και αυτά παραγεμισμένα με μπαμπάκι. Με την χρήση το στρώμα ή το πάπλωμα έχανε την αφρατοσύνη του και "κάθονταν". Την επανόρθωση αναλάμβανε ο πλανόδιος παπλωματάς. Άνοιγε το πάπλωμα η το στρώμα και έβγαζε το βαμβάκι. Χτυπούσε με ένα ξύλινο κόπανο, σαν γουδοχέρι, την χορδή ενός τόξου μήκους 2 μέτρα περίπου πάνω στο βαμβάκι. Το τίναγμα της χορδής έκανε πιο αφράτο το βαμβάκι. Μετά από αυτή την ανακατεργασία, το βαμβάκι έμπαινε ξανά στην θέση του και το στρώμα ή σκέπασμα ράβονταν με μια μεγάλη σακοράφα. |
Ο ΠΛΑΝΟΔΙΟΣ ΜΑΝΑΒΗΣ |
|
Είχε σαν μεταφορικό μέσο ένα
γαϊδούρι ή μουλάρι. Τα λαχανικά ήταν τοποθετημένα σε 2 κωνικές μακριές καλαμένιες κόφες.
Οι πιο εξελιγμένοι είχαν άλογο και σούστα [αμάξι ιππήλατο με αμορτισέρ μεταλλικές σούστες]. Αυτά που πουλάγανε ήταν κατά κάνονα δικά τους προϊόντα. Υπήρχε (οχι ομως στην Κυψέλη) καποιος μανάβης που φώναζε: "ντοματες μου, μελιτζάνες μου, κολοκύθια μου ... ολα δικά μου είναι". Οι μεσάζοντες είναι μεταγενέστερη εφεύρεση. Αν λάβουμε υπόψη την μέση ταχύτητα ενός γάιδαρου πρέπει να υποθέσουμε ότι οι λαχανόκηποι πρέπει να ήταν πολύ κοντά. |
|
Ο ΠΛΑΝΟΔΙΟΣ ΨΑΡΑΣ |
|
Ο ψαράς γύρναγε με ένα ρηχό μεγάλο πανέρι στο κεφάλι του. Το μέσα του πανεριού ήταν επιστρωμένο με λαδομπογιατισμένο καραβόπανο σε χρώμα θαλασσί . Πουλούσε κάθε λογής ψάρια που τα ζύγιζε με μια ζυγαριά που κουβαλούσε στον ώμο του. Θυμάμαι την γιαγιά μου που μου έλεγε ότι θα πρέπει να τρώμε και ψάρι … για λόγους οικονομίας. Στις αρχές του '60 άνοιξε το πρωτο πρατήριο με ψάρια "Ευρυδίκης" στην Φωκίωνος Νέγρη. Ήταν όμως ντροπή να αγοράζεις κατεψυγμένα. |
|
Ο ΣΑΛΕΠΙΤΖΗΣ |
|
Εμφανίζονταν σπάνια και ιδίως στα πανηγύρια. Διαλαλούσε: «Σαλέπ΄ζεστό». Το φύλαγε μέσα σε ένα πελώριο μπακιρένιο κατασκεύασμα σαν κανάτα που ειχε αποκατω καρβουνα αναμενα για να το διατηρει ζεστο συμφωνα με τις διαλαλούμενες προδιαγραφές. Ποτέ δεν το δοκίμασα λόγω του υπόπτου τρόπου καθαρισμού των γυάλινων ποτήριων. Στην πλατεία Αβυσσινίας υπηρχε ακομα πριν απο 20 χρονια ιθαγενής Σαλεπιτζης παραδοσιακος. |
|
Ο ΑΡΚΟΥΔΙΑΡΗΣ |
|
Λογω της παντελους απουσιας της Green Peace, WWF, Arkturos κλπ Γυφτοι τριγυρνουσαν στις συνοικιες και μαζευαν λεφτα βαζοντας τις αρκουδες να χορευουν. Ο χαλκας στην μυτη ειναι ενα απο τα βασανιστήρια για την συμμόρφωση της αρκουδας αν δεν χορευε καλα. Θυμηθήτε την εκφραση "να μου τρυπήσεις τη μύτη αν ... " . Ουδεις παρέστη σε χοροδιδασκαλειο αρκούδων αλλα θρυλειται οτι η εκπαιδευση γινεται με την τοποθετηση του ζωου πανω σε ενα πυρωμενο ταψι. Το δυστυχο ζωο χοροπηδουσε για να αποφύγει το καψιμο. Αρα ο χορος δεν ηταν διασκεδαση για το ζώο. Θυμηθείτε και την αλλη εκφραση : «Θα σε χορέψω στο ταψί». Το ντεφι και το χτυπημα του δημιουργουσαν αναταναλαστικα Παβλώφ στην Αρκουδα που χοροπηδούσε αργότερα και χωρις ταψί, αρκει να ακουγε το ντεφι. Για να χαμηλωσουν το κοστος αργοτερα αντικατεστησαν τις αρκουδες με μαιμούδες. Οι μαιμουδες ειναι πιο αερατες εξυπνες, μοιαζουν με ανθρώπους και κυριως τρωνε λιγότερο. Μ' ολη την αντικατασταση δεν παρήχθη λεξη "μαιμουδιάρης" |
|
Ο ΣΤΡΑΓΑΛΑΤΖΗΣ - ΦΙΣΤΙΚΑΣ |
|
Ο ημιυπαιθριος είχε ένα καροτσάκι με 3 φουγάρα
όπου διατηρούσε ζeστά τα προϊόντα : Φιστίκια αράπικα, στραγάλια, "αφράτα", πασατέμπος, ηλιόσποροι. Διαλαλούσε "πασατέμπος για να περνάει
ή ώρα". Το καροτσάκι έφερε τον τίτλο «ΑΒΕΡΩΦ» λόγω των 3 φουγάρων
όπως και το συνώνυμο θωρηκτό. Στέκια του: οι είσοδοι των υπαίθριων κινηματογράφων,
ο «Σκύλος» στη Φωκίωνος Νέγρη, έξω από σχολεία.
Όμως ο χαρακτηριστικότερος φιστικάς ήταν ο Ματσεντάλες. Έτρεχε στην Φωκίωνος Νέγρη με ένα καλαθάκι φιστίκια αράπικα και άφηνε 2-3 σε κάθε τραπέζι. [Τακτική που τώρα εφαρμόζουν πολλοί ζητιάνοι και μικροπωλητές, άλλα το ευσήμον του πρώτου διδάξαντος ανήκει στον Ματσεντάλες]. Ο Ματσεντάλες μιλούσε τρομερά γρήγορα, ό,τι έκανε το έκανε γρήγορα. Κατά την παράδοση του δείγματος έλεγε μιμούμενος ημι-ξενόγλωσση διαφήμιση "Είναι τσούχτεν ειναι μπούχτεν ειναι μάκινα μπουζούχτεν, είναι ματσεντάλες. Τσοντίτσα; Τσοντίτσα;" (τότε η τσόντα σήμαινε γενικά προσθήκη, την ειδική σημασία την απέκτησε πολύ αργότερα) και έτρεχε για τον επόμενο χωρίς να περιμένει απάντηση. Μετά ξαναγύριζε στους δειγματισμένους που τους είχε "ξηγηθεί αλμυρό φιστίκι" και τους πουλούσε την πραμάτεια. Όλοι ξέρουμε, ιδιαίτερα όσοι προσπαθούν να αδυνατίσουν, ότι το κακό με τους ξηρούς καρπούς είναι να μην βάλεις ένα στο στόμα σου, μετά θες να τρως συνέχεια. Ο Ματσενταλες το είχε σπουδάσει το πράγμα. Σαν πωλητής ήταν εξαίσιος και επιστημονικός. Με αστραπιαίες κινήσεις σου βουτούσε το πελώριο άσπρο φλυτζάνι του στο πανεράκι με τα φιστικια και στο άδειαζε στο τραπέζι του καφενείου. Το φλυτζάνι είχε μέσα μια γερή επίστρωση με γύψο ώστε να φαντάζει μεγάλο και να περιέχει λίγα. Εισέπραττε έδινε ρέστα με ταχυδακτυλουργική ταχύτητα και έτρεχε στον επόμενο. Ήταν κάτι σαν το Βέγγο των Μικροπωλητών. |
|
Ο ΤΣΑΓΚΑΡΗΣ |
|
Ο Κυρ Αριστείδης. Υπαίθριος και καθισμένος στην γωνία Σπετσών και Σκύρου έξω από το μπακάλικο του Κοκλώνη, σε ένα τραπεζάκι ξύλινο που είχε χωρίσματα και μέσα πρόκες, καρφάκια, ξυλόπροκες μπογιές, πέταλα. Ο κυρ- Αριστείδης σόλιαζε και μπάλωνε παπούτσια και εγώ κοίταγα με τις ώρες τη δουλειά όπως σήμερα οι πιτσιρικάδες χαζεύουν την τηλεόραση. Η σόλα, από σολόδερμα, ράβονταν με δυο βελόνες και δυο κερωμένους σπάγκους. Κρατούσε το παπούτσι ανάμεσα στα πόδια του, περνούσε τις βελόνες αντικριστά από την τρύπα που είχε ανοίξει με το σουβλί, και μετά τραβούσε δυνατά τους δυο σπάγκους. Οι δυο βελόνες περίσσευαν από το κάτω μέρος των παλαμών του [2] Αφού τέλειωνε το ράψιμο της σόλας άναβε ένα καμινέτο, ζέσταινε ένα ειδικό εργαλείο και πασάλειβε με ένα χρώμα την σόλα για να γίνει μαύρη. Τα πιο πολλά παπούτσια τότε ήταν δίσολα. Το σόλιασμα σήμαινε την αλλαγή της πρώτης σόλας. Δεν θυμάμαι να σολιάζαν μονόσολα παπούτσια. Για να αποφύγουν την φθορά της σόλας έβαζαν δυο μεταλλικές πλάκες (πέταλα) μια στο τακούνι και μια στην μύτη του παπουτσιού. Δεν μπορούσες να κρυφτείς με τέτοια παπούτσια. Αν ήθελες να φύγεις κρυφά έπρεπε να τα βγάλεις. Γι' αυτό ίσως λέμε "του έδωσε τα παπούτσια στο χέρι". |
|
Οι γυναίκες έκαναν και παπούτσια επί παραγγελία. Στην οδό Κυψέλης, δεξιά ανεβαίνοντας μεταξύ Ζακύνθου και Εύβοιας, ήταν ο Κατσιφέρης που έκανε γόβες επί παραγγελία. Επίσημος προμηθευτής της μακαρίτισσας της μάνας μου που είχε περίεργο πόδι και ήταν απαιτητική στα παπούτσια. | |
Ο κυρ- Παναγιώτης ήταν κατεστημένος τσαγκάρης αφού είχε επαγγελματική στέγη στην οδό Κυψέλης ανεβαίνοντας δεξιά, πριν την Σκύρου. Είχε και ποδοκίνητη ραπτομηχανή SINGER. Ίδιος με τον Ρεπέτο, τον πατέρα του Πινόκιο, με είχε σε μεγάλη εκτίμηση γιατί κάποτε έμαθε πως ήμουν ανεψιός του κ. Ονουφρίου, παραδοσιακού, προπολεμικού αναρχικού. Ακολουθώντας την παράδοση των τσαγκάρηδων, ήταν αναρχικός και με συμπαθούσε λόγω συγγένειας χωρίς να γνωρίζει τα δικά μου φρονήματα, αφού τότε ήμουν 5 χρονών. |
|
Ο ΤΣΟΠΑΝΟΣ |
|
Ο κυρ-Τριαντάφυλλος ήταν γνήσιος τσομπάνος με γκλίτσα, κάπα, αγριωπό μουστάκι και καμιά πενηνταριά πρόβατα που τα έβοσκε στα Καραγιαννέικα, πάνω στα Τουρκοβούνια. Δεν θυμάμαι να είχε φλογέρα, ούτε να πουλούσε τίποτα. Περνούσε όμως συχνά με το κοπάδι του από την οδό Σπετσών. |
Ο ΤΥΡΟΠΙΤΑΣ |
|
Με άσπρη ποδιά και ένα φορητό εκθετήριο για τις τυρόπιτες από λαμαρίνα με χερούλι και συρτάρι με αναμμένα κάρβουνα από κάτω, ο τυροπιτάς γυρνούσε σε δρόμους και πλατείες, άλλα κυρίως έξω από σχολεία. Διαλαλούσε: "Μπουγάτσες, Τυρόπιτες". Τριγωνικές οι τυρόπιτες και παραλληλόγραμμες οι μπουγάτσες. Τις μπουγάτσες τις άνοιγε με ένα πλατύ μπαλτά-μαχαίρι και μέσα έριχνε ζάχαρη άχνη ή και κανέλα. Ταδυο αυτά συμπληρώματα τα είχε μέσα σε δυο "αλατιέρες" από αλουμίνιο μεγέθους νεροπότηρου. Για τις μαζικές πωλήσεις [στο σχολείο] είχε ένα στρίποδο από παλιά πτυσσόμενη καρέκλα και ακουμπούσε επάνω το εκθετήριο για να κάνει πιο εύκολα την δουλειά του. | |
Η ΡΟΜΒΙΑ |
|
Σε παρκο και πλατεια εμφανιζοταν κατα καιρους ή λατέρνα ή Ρομβία. το Ρομβια ηταν μαρκα κατασκευης απο την Πομπηία (POMBEA). Το Λατερνα, φτώχεια και φιλοτιμο εσπαγε ταμεια εκεινη την εποχη και ο κοσμος εδειχνε συμπαθεια στους τετοιους οργανοπαικτες. Η Λατέρνα κουβαλιωταν στην πλατη, ενω η Ρομβία τσουλουσε πανω σε ροδες. |
|
Η Ρομβια ενεπνευσε τον Μπόστ. (Μεντη Μποσταντζογλου) να γραψει το περιφημο τραγουσακι, μνημειο χιουμορισιτικης καοποιησης της ελληνικης | Η ρομβία αφιχθέντος και σταθέντος στη γωνιά Χαίρε ληπηρά ρονβία Την επάβριον ημέραν στην γωνίαν μου σταθείς Χαίρε έφθυμος ρομβία 1. Δες τα ΨΙΛΙΚΑ, Μανταρονται Καλτσαι, ενδύονται κομβία
|
Ο ΦΑΝΑΡΤΖΗΣ |
|
Το επάγγελμα είναι άσχετο με το σημερινό φαναρτζή-φανοποιό που ασχολείται μόνον με τα αυτοκίνητα. Ο πλανόδιος φαναρτζής του 1950 κολλούσε φανάρια, μπρίκια[1], κουβάδες, βρυσάκια, μαστέλα, σκάφες με καλάι (λευκοσίδηρο). Φαναρι δεν ειναι το λαδοφαναρο αλλα το φαναρι των τροφιμων. 1. Η δουλεια αυτή απαιτουσε τεχνικές γνώσεις και επιδεξιότητα και δεν ηταν καθολου ευκολη. Ειναι αποριας αξιον γιατι κατάντησε η φραση «μπρικια κολαμε;» να σημαίνει «ειμαστε ανίκανοι;» |
|
Ο ΧΑΛΒΑΤΖΗΣ |
|
Πουλούσε Χαλβά Πολίτικο με εργαλεία: πτυσσόμενο σκαμνάκι, ταψί με τον χαλβά, ενα ειδικό σφυράκι για τον τεμαχισμό. Ο Πολίτικος χαλβάς μοιάζει με λευκό κονίαμα και είναι τόσο σκληρός που σπάει δόντια. Μην τον συγχέετε με το σιμιγδαλένιο χαλβά. Οι υπολοιποι χαλβάδες ειναι ο σιμιγδαλενιος, ο χαλβας Φαρσάλων, ο ταχινενιος ο λεγομενος του Μπακαλη. Ο καθενας εχει την δικη του γευση και νοστιμια. Γιατι ο χαλβας καταντησε συνωνυμο του ανοήτου και βλάκα δεν ξερω. | |
Ο ΥΔΡΑΥΛΙΚΟΣ |
|
Ο κυρ-Νίκος Σαντοριναίος. Παλιός αριστερός με δράση, με συμπαθούσε ιδιαίτερα γιατί με λέγαν "Άρη". Εγώ δεν χαμπάριζα τίποτε. Γιατί κάποιος είναι σπουδαίος επειδή τον λένε Άρη; Εκείνος μου χαμογελούσε με σημασία άλλα δεν μίλαγε. Άλλαζε τα πετσάκια στις βρύσες. Διόρθωνε τα καζανάκια και ερχόταν αμέσως μετά το "ρίψατε σημείωμα". Που τηλέφωνα και κινητά τότε! |
|
ΟΙ ΖΗΤΙΑΝΟΙ |
|
Πανταχού παρόντες οπως και σήμερα. Οι παλαιοί του 1950 ήταν πιο περιπατητικοί. Γυρίζαν από σπίτι σε σπίτι. Εμείς είχαμε την δίκη μας «οικογενειακή ζητιάνα» την Κυρία Ξανθοπούλου. Η γιαγιά μου την έλεγε πάντα «κυρία Ξανθοπούλου» και της μιλούσε στον πληθυντικό όπως και σε όλους. Της δίναμε ψωμί, φαγητό και τίποτε πενταροδεκάρες. Αυτή μας ευχαριστούσε με το «Θεός σχωρεσοι τα πεθαμένα σας» και άλλες ευχές. | |
ΤΟ «ΠΑΝΟΡΑΜΑ» |
|
Το Στερεοσκόπιο ήταν μια πρώτη εκδοχή του μετέπειτα γνωστού μας view master. Οι εικόνες μέσα του, φαινόντουσαν τρισδιάστατες. Πάλι ακουμπισμένο σε στρίποδο με τον ιδιοκτήτη να διαλαλεί: «Εδώ τα τελευταία γεγονότα, Ο τορπιλισμός της Έλλης, η Πυρκαϊα της Σμύρνης». «Τελευταία» βεβαίως και ας απείχανε δεκαετίες μεταξύ τους και από το 1950. Ο Μεγ-Αλέξαντρος διεφημιζετο «Έλατε κύριοι να δείτε το Μέγ-Αλέξαντρο που σκότωσε το καταραμένο φίδι και πήρε την Βεζιροπούλα» (Οι εγκυκλοπαιδικές γνώσεις του πανοραματζή περιορίζονταν στον Καραγκιόζη). Ο πιτσιρικάς διαμαρτύρονταν για τον Μεγ-Αλέξαντρο «Πουν ‘τος ρε μπάρμπα; Δεν τονε βλέπω!» Απάντηση, με παράλληλη σφαλιάρα: «Και τι είναι ρε ο Μεγ-Αλέξαντρος κανένας τζουτζές που θες να τον δεις μ’ ένα πενηνταράκι.» |
Η οδός Φωκίωνος Νέγρη πήρε το όνομά της από το μεταλλειολόγο, πολιτικό και πρώτο πρόεδρο της Ακαδημίας Αθηνών. Γεννήθηκε το 1846 και πέθανε το 1928. Υπήρξε βουλευτής Αττικής και διετέλεσε δήμαρχος Λαυρίου. Έγινε υπουργός Εσωτερικών, Οικονομικών και Συγκοινωνιών. Φρόντισε για τη κατασκευή της σιδηροδρομικής γραμμής Πειραιάς - Σύνορα και πρώτος πρότεινε , στη Βουλή μέτρα για την ασφάλιση εργαζομένων και την έκδοση εκλογικών βιβλιαρίων. Με δικές του ενέργειες έφτασε στο Λαύριο το τηλέφωνο και το ηλεκτρικό ρεύμα.
ΔΗΜΟΤΙΚΑ
Το 30Ο και το 26ο
Έχω ακόμα επαφή με τους Ντεγκα, Πανταζή
ΣΠΥΡΟΣ ΠΑΝΤΑΖΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΑΣ |
|
ΛΟΥΚΑΣ ΡΑΜΟΣ Ιατρός Ουρολόγος Απουσιολόγος |
|
ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗΣ ΤΟΥ ΠΕΡΙΑΝΔΡΟΥ ΙΑΤΡΟΣ ΠΑΘΟΛΟΓΟΣ Τ. ΑΡΧΙΑΤΡΟΣ ΟΣΕ |
|
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΡΥΣΟΜΑΛΛΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΟΛΟΓΟΣ |
|
ΚΩΣΤΑΣ ΝΙΚΟΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΑΣ |
|
ΓΙΩΡΓΟΣ ΧΑΡΑΡΗΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΟΣ |
ΟΙΚΟΝΟΜΟΛΟΓΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΕΝΩΣΕΩΣ ΔΙΑΦΗΜΙΖΟΜΕΝΩΝ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΜΑΡΚΕΤΙΝΓΚ ΤΗΣ "ΕΛΑΙΣ" ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΟΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΟΥ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟΥ ΠΕΙΡΑΙΑ. ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΚΑΙ ΜΕΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΑΕ ΟΝΕΤΕΑΜ (ΣΥΜΒΟΥΛΟΙ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ) |
Καλλιτεχνικός Φωτογράφος.
Ο Σωκράτης Μαυρομμάτης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1949. Από το 1979 δουλεύει στην Ακρόπολη, στα έργα αναστήλωσης των μνημείων.
+ Απεβιωσε
Πολιτικος Μηχανικός
Αρχιτέκτων
Αtelier Γιάννης Τσιώμης, Γιώργος Ανδρεάδης & Συνεργάτες Ο.Ε.
Εμενε στο σπιτι Χαρχαντή (3ος Οροφος)
Αγνωστο τι απεγινε
Μανόλης Κατσιαδάκης: Γενικός Γραμματέας της Ολυμπιακής Επιτροπής. Γεν. Διευθυντης του Υπ. Οικονομικών. Πολιτικος Μηχανικος |
Δημοσιογραφος και Παρουσιαστής της Τηλεοράσης Τέρενς (Τέρρυ) Κουίκ, του Φιλίππου, είναι Έλληνας δημοσιογράφος. Γεννήθηκε στην Θεσσαλονίκη στις 18 Φεβρουαριου του 1947. Σπούδασε στη Ανωτάτη Βιομηχανική Σχολή, για ένα χρόνο, και είναι απόφοιτος του Παντείου Πανεπιστημίου. Παντρεύτηκε και χώρισε δύο φορές και έχει τρία παιδιά (γιος του ο σκηνοθέτης Ρίτσαρντ Κουίκ). Εμενε στήν οδο Σπετσών (μεταξυ Σκοπέλου και Κασταλίας). |
ΝΑΥΠΗΓΟΣ |
O καθηγητής Νικηφόρος Διαμαντούρος, πρώτος Έλληνας Συνήγορος του Πολίτη, αναλαμβάνει από την 1η Απριλίου τα καθήκοντα του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή. Ένα πόστο, που όπως μας εξομολογείται, αποτελεί για τον ίδιο μια μεγάλη πρόκληση. Oι στόχοι του είναι τρεις. O πρώτος αφορά την προσέγγιση από μέρους του των ευρωπαίων πολιτών ώστε να τους εξοικειώσει με τα δικαιώματά τους, ενώ ο δεύτερος και ο τρίτος έχουν να κάνουν με την προσπάθεια που θα καταβάλει να πείσει τα όργανα της Ε.Ε. να υιοθετήσουν ως δεσμευτικά δύο σημαντικά κείμενα: τη Χάρτα των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων και τον Κώδικα Oρθής Διοικητικής Συμπεριφοράς. O κ. Διαμαντούρος είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης του Πανεπιστημίου μας, ενώ από το 1995 έως το 1998 ήταν διευθυντής και πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών. Δείχνοντας απόλυτα προετοιμασμένος για τη θέση που καλείται να αναλάβει και αποφασισμένος να πετύχει, για μια ακόμα φορά, τους στόχους του, μας υποδέχεται στο γραφείο του και μας μιλά για τα επιτεύγματα και τις προοπτικές του Συνηγόρου του Πολίτη, για το ρόλο και τους τομείς δράσεις του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή αλλά και για τον τρόπο διαμόρφωσης της υπερεθνικής ταυτότητας, το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το Πανεπιστήμιο. Αρχηγός του Ομιλου ανιχνευτων "Μικης Ζεζας" του 61ου ΣΠΑ |
ΠΝ Αντιναύαρχος - Αρχηγός Στόλου 20/2/98
Ενωμωτάρχης της ενωμωτιας Αετών του 61ου ΣΠΑ
Διπλωματης Πρεσβυς της Ελλάδας στην Ουάσιγκτον. Ενωμωτάρχης της ενωμωτιας Σκυλων του 61ου ΣΠΑ |
Aρχιμαγειρος, Συγγραφεας, Παρουσιαστης Τηλεορασης κλπ κλπ Προσκοπος στο 61ο ΣΠΑ |
Καθηγητής στο Αθηνησι Εθνικό και Καποδιστριακο Πανεπιστημιο. ΑΔΙΚΟΧΑΜΕΝΟΣ Ναυτοπροσκοπος στην 9η. ΠΕΘΑΝΕ ΤΟ 2009 |
Καθηγητρια στο Αθηνησι Εθνικό και Καποδιστριακο Πανεπιστημιο ΣΥΖΥΓΟΣ ΤΟΥ ΑΝΔΡΕΑ ΒΑΒΑΓΙΑΝΝΗ |
ΑΡΧΙΤΕΚΤΩΝ ΠΟΛΕΟΔΟΜΟΣ ΣΤΕΛΕΧΟΣ ΥΠΕΧΩΔΕ |
Ανάβουνε φωτιές στις γειτονιές
του Αη-Γιάννη
αχ
πόσα τέτοια ξέρεις και μου λες που 'χουν πεθάνει
Απο το «Η σούστα πήγαινε μπροστά»
Ο κλήδωνας! Πανάρχαιο εθιμο που αποσκοπουσε στα μαντευματα, στην προβλεψη δηλαδή του μελλοντος.
Παράξενο ἔθιμο στά μέσα Ἰουνίου, ἥταν τά Ἀρρηφόρια : Τέσσερα κορίτσια 7 – 11 ἐτῶν, ἀριστοκρατικῆς γενιᾶς, μετέφεραν κάνιστρο με «τά ἄρρητα» ἀπ’ τόν Ναό τῆς Ἀφροδίτης μέχρι τήν Ἀκρόπολη. Στόν δρόμο ἀπέφευγαν νά συναντήσουν κάποιον καί τηροῦσαν «σιγή» (δέν μιλοῦσαν σέ κανέναν). Δέν γνώριζαν τό περιεχόμενο τοῦ κανίστρου πού μετέφεραν. Μόνο κάποιες Ἱέρειες τό γνώριζαν. Πολλοί προσπάθησαν νά ἐρμηνεύσουν τήν παράξενη αύτήν τελετή. Τα «ἄρρητα» ἴσως ἥταν πίτες ἤ ἄλλα σκευάσματα σέ σχῆμα φιδιοῦ ἤ φαλλοῦ. Τά «Ἄρηφόρια» καταργήθηκαν διά νόμου - μαζί μέ πολλές ἄλλες τελετές - τό 392. Στούς ἀγροτικούς ὅμως πληθυσμούς ἐπιβίωσαν μέχρι σήμερα μέ τήν μορφή τοῦ«Κλήδονα» .(Καί ἡ ἴδια ἡ λέξη «Κλήδονας» φαίνεται νά προέρχεται ἀπό ἀρχαῖες μυστηριακές λατρεῖες τῆς Φρυγίας καί τῆς Θράκης)[1]. Πολλές ἀγροτικές ὁμάδες στήν Ἑλληνική ὕπαιθρο τελοῦν κάθε χρόνο τόν Κλήδονα «τ' Αη - Γιαννιοῦ» (ὅταν ὁ ἥλιος εἰσέρχεται στόν ἀστερισμό τοῦ Καρκίνου καί ἀρχίζει τό Θερινό Ἡλιοστάσιο). Ἀπό τήν παραμονή τῆς ἑορτῆς τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου ἀνάβουν φωτιές σέ πλατεῖες καί ξέφωτα. Οἱ ἀνύπαντρες κοπέλες ἀντλοῦν ἀπό μιά πηγή νερό και τό μεταφέρουν προσέχοντας νά μήν συναντήσουν κανέναν στόν δρόμο («ἀμίλητο νερό»: τηροῦν «σιγή» ὅπως στά ἀρχαῖα Ἀρηφόρια).
1. Ο Σταματάκος στο [261,532] ετυμολογεί: ο κληδών του κληδόνος απο το κλέω (καλω, επικαλουμαι) σημαινει δε οιωνος προμυνημα και επικληση, ολα σχετικά με την μαντεια.
Εμεις ανγοούσαμε ολα τα παραπάνω, δεν μας ενοιαζε ποια θα μας παντρευτει, η δε σιγή ηταν κατι το ξενο. Μαζευαμε ο,τι το αχρηστο παλια σεντουκια, χαρτια, πανέρια, κοφινια, τελαρα και τα καιγαμε εν μεση οδω Κερκυρας ή Σπετσων. Και πηδουσαμε την φωτια ασκοπως. Ηταν το μονο πηδημα που καναμε ολη τη χρονια.
Ιωάννου>Ιάννου>Γιάννου>Γιανιού απ' οπου και προέκυψε η ψευδής ονομαστική «ο Γιαννιός», συνηθέστατο παρωνύμιο του Γιάννη στην Κρήτη.
Το ΕΙΡ εισέπρατε τέλη για την παροχή των υπηρεσιών του. Περνουσε αθορυβα ο ειπρακτορας και εστελε την ειδοποιηση και μετα απο μερικες μερες ξαναπερνουσε για την εισπραξη. Αυτα τα τέλη μας απαλασσαν απο τις διαφημισεις στο ραδιοφωνο που ηταν αισθητα λιγοτερες απο τις σημερινές.
Ηταν τεραστίων διαστάσεων και μηδαμινής εμβέλειας. Λειτουργούσαν με κάτι περίεργες λάμπες που κατά καιρούς καιγόντουσαν. Τα κατσαβίδια επιτρατευόντουσαν το ραδιόφωνο ανοίγονταν και οι λάμπες αντικαθιστώντουσαν. |
Οι μονοι που καπως ακουγονταν ηταν του ΕΙΡ και των Ενοπλων Δυνάμεων.
Εγκυκλοπαιδική εκπομπή
Φίλιος Φιλιππίδης (πατέρας του σήμερα διάσημου κωμικού).
Με τον Λιάκο Χριστογιαννόπουλο ως Ντετέκτιβ Τζων Γκρήκ και μια πανέμορφη μουσική υπόκρουση - εισαγωγή.
Με τον Μίμη Φωτόπουλο
και τον Χρίστο Ευθυμίου <φωτο>
Κάθε Δευτέρα απόγευμα με σοβαρές θεατρικές παραστάσεις διασκευασμένες για το ραδιόφωνο.
Κυριακή μεσημέρι. Ο παλαίμαχος ηθοποιός Νίκος Παρασκευας έλεγε ωραιότατα θεατρικά ανέκδοτα.
Οι διάσημοι ηθοποιοί έδιναν συνεντεύξεις και αποσπάσματα έργων ακούγονταν με μεγάλη ευχαρίστηση.
Άρχιζαν με την κακόγουστη ανάκρουση του «Τσοπανάκος ήμουνα προβατάκια φύλαγα» (ευτυχώς μόνον η μουσική) συνοδεία κουδουνιών αιγοπροβάτων και φλογέρας.
Ο,τι και να γινόταν: πόλεμος, σεισμός, θεομηνία, η πρώτη είδηση ήταν: «Εκ του Μεγάλου Βασιλικού Αυλαρχείου εξεδόθη την εσπέραν το ακόλουθον ανακοινωθέν: Η Αυτού Μεγαλειότης ο βασιλεύς Παύλος επεσκέφθη το Νοσοκομείον Χ κλπ. κλπ. κλπ.». Στο σημείο αυτό φάσκελα και με τα δυο χέρια από τον πατέρα και τον παππού μου και εν συνεχεία οι σεισμοί λιμοί και καταποντισμοί.
Εκφωνητής ο Διακογιάννης. Εκπληκτικός σε ταχύτητα αλλά και ευκρίνεια ομιλίας. Τα ονόματα τότε των διάσημων Κοτρίδης, Μουστακλής, Λινοξυλάκης, Καραπατής, Μπέμπης, Δομάζος προφερόντουσαν με ταχύτητα αστραπής σε πραγματικό χρόνο και με άψογο παλμό.
Ό,τι ανιαρότερο μπορεί να ακουσθεί. Πχ. Σβέση φωτεινού σημαντήρα στο σημείο χ νοτίως νήσου Γαύδου (βόρειο πλάτος 35 μοίρες 40 πρώτα 33 δευτέρα)
Πόντιση ναρκών στο σημείο ψ και ξανά-μανά οι συντεταγμένες.
Χαρακτηριστική η καθαρευσιάνικη μετεωρολογική διάλεκτος «θάλασσα λίαν τεταραγμένη» , «ο καιρός νεφελώδης έως λίαν νεφελώδης μετά βροχών και τινων καταιγίδων βελτιούμενος την εσπέραν»
Από την αίτηση μέχρι την εγκατάσταση μεσολαβούσαν 10 χρόνια περίπου. Ο παππούς μου αν και γιατρός δεν απέκτησε ποτέ του τηλεφωνική σύνδεση.
Οι Αριθμοί ήταν εξαψήφιοι. Ο τηλεφωνικός κατάλογος είχε ένα τόμο μόνο.
Μαύρες με δίσκο επιλογής. Τις έδινε το ΟΤΕ, κι΄αν σου άρεσαν. Αλλού δεν πουλάγανε συσκευές. Φασαριόζικο κουδούνι πάγιας έντασης. Ακουστικό ασήκωτο.
Προαιρετική με πολλή δόση υποχρέωσης. Κάποιες μαυροφόρες της «Ζωής» μαζεύανε την εισφορά. Ο παππούς μου δήλωνε ότι έγινε Τούρκος και δεν πλήρωνε ποτέ. Τις έδιωχνε με συνοπτικές διαδικασίες όπως και τους παπάδες των Θεοφανίων.
Το 7ο Αστυνομικό τμήμα στην οδό ΥΑΚΙΝΘΟΥ φιλοξενούσε και το παράρτημα Ασφαλείας.
Οι εν υπνώσει αριστεροί και αριστερίζοντες, αν υπέπιπταν σε κάποιο παράπτωμα πχ. να διαβάσουν "ΑΥΓΗ" ή να βρίσουν την κυβέρνηση εκαλούντο με τυποποιημένο σημείωμα που έλεγε: "καλείσθε να παρουσιασθείτε στο Ζ παράρτημα Ασφαλείαας δι υπόθεσίν σας". Εγένοντο υποδείξεις. Οι υπότροποι τσιμπούσαν την εγγραφή στον φάκελό τους : "Δεν συνεμορφώθη προς τας υποδειξεις αι οποίαι του εγένοντο κατά ...." . Αυτο ενεπνευσε και τον Θεοδωράκη για γράψει το σχετικο τραγουδι "Διοτι δεν συνεμορφώθην".
Οι αστυφύλακες φορουσαν παρομοια με την σημερινη στολη αλλα οταν ηταν εν υπηρεσια φορουσαν το περιβραχιονιο υπηρεσιας στο μανικι τους κοντα στον καρπο: μια λουριδα με καθετες μπλε και ασπρες ραβδώσεις.
Αυτο αφορουσε την «Αστυνομια Πολεων» η Χωροφυλακι ειχα αλλη στολη και αλλη εμβέλεια
Οι ρέκτες του ειδους παρακαλουνται να συνειφέρουν παντοιοτροπως. Κειμενα, φωτογραφίες, υπενθυμισεις και υπομνησεις ειναι ακρως ευπροσδεκτες.
Λόγοι οικονομιας επεβαλαν στα παιδια να φορουν κοντα παντελονια μεχρι την εφηβικη ηλικια. Τοτε πια οι γουρουνοτριχες στα ποδια τα καθιστουσαν εντελως αηδιαστικά. Στα παιδικα ειδη δεν εβλεπες αλλα παντελονια εκτος απο κοντά. Στην εικονα εμφανίζεται ο γράφων (δεξια) με τον Αντώνη Γκορτζή. |
ΕΛΒΙΕΛΕΣ
Τα μονα πανινα παπουτσια ηταν οι ΕΛΒΙΕΛΕΣ απο ασπρο καραβοπανο, κορδονια και λαστιχενιες σολες. Απαραιτητες στη Γυμαναστικη και τις παρελασεις. Φοριοντουσαν χωρις καλτσες το καλοκαίρι.Τις κατασκευαζε η ΕΛΛηνική ΒΙομηχανια ΕΛΑστικου. εξ΄ου και το ονομα. Τις βαφαμε με στουπετσι. Βρωμούσαν απαισια γιατι δεν αφηναν το ποδι να αναπνευσει. Η συνοικηση μαζι τους σε δωματιο ηταν αδυνατη. Αργοτερα κυκλοφορησαν και μπλε ΕΛΒΙΕΛΕΣ. |
ΜΠΑΝΕΛΕΣ
Οι γιακαδες απο τα πουκαμισα των ανδρων κυριως ειχαν ραμενο απο μεσα ενα υφασματινο σωληνα που ξεκινουσε απο την μυτη του γιακα και εφθανε ως το λαιμο. Μεσα στο σωληνακι εμαινε η μπανέλα (ή ορθοτερο μπαλενα < ιτ. μπαλενα < αρχ. φάλαινα) για να συγκρατει το γιακα ντουρο και σκληρο. |
Τα πουκαμισα κολαριζοντουσαν για να εχουν λεια και στιλπνη εμφανιση και οι γιακαδες να εχουν την απαιτουμενη σκληροτητα ωστε ο φέρων να αισθανεται οτι φοράει μια λαιμαρια οπως τα ζωα. Η κολα πουλιώταν με το δραμι σε σκληρη μορφη σαν μικρες πετρες απο ασβέστη. Ηταν ομως αμυλο απο αραβοσιταλευρο. Διαλυόταν σε νερο. Με το διαλυμα βρέχανε τα ρουχα και τα σιδερωναν, Το πουκαμισα μοιαζαν με καινουργια. Ακομα λεμε για τα καινουργια χαρτονομισματα οτι ειναι "κολλαριστα" . Ο γιακάς ηταν ξεχωριστος απο το πουκάμισο. Δηλ. Μπορουσες να αλλαξεις γιακα χωρις να αλλαξεις πουκαμισο | |
Στη δεκαετεία του 50 το κολλάρο πια ειχε πρακτικά καταργηθεί. Το φορούσαν
ομως υπουργοί και πρωθυπουργοί κατα τις επισημες τελετες, με φρακα (βλ.
ειονα αριστ. ) και ψηλα καπελλα. Στο σχολείο απαγορευονταν οπως και οι
γραβατες. Ειρωνικά σχολια καθηγητών : «Εεπ! βλέπω κολλαράκι ασπρο! Κολαριστο!»[1] ή «εχουμε
και την γραβάντα ... μεγαλεία πράγματα».
1. Παρερμηνευόμενο προκαλούσε την γενική θυμηδία |
|
Το σιδέρωμα των ρουχων και γιακαδων ειχε πάψει να γίνεται με το σιδερο με κάρβουνα. Στην επαρχία και στα προσφυγικά φτωχόσπιτα το χρησιμοποιούσαν ακόμη. Εβλεπες στα σοκακια του Πολυγώνου, νοικοκυράδες να στέκουν στην πορτα του σπιτιου τους και να κουνανε το σιδερο (βλ. εικονα) σαν εκκρεμές για να κορώσουν τά κάρβουνα. |
|
Για πιο συντομα σιδερώματα υπηρχε το «ετερόφωτο» σιδερακι που το ακουμπούσαν πανω στην σομπα για να ζεσταθει. |
Σημερα απαντωνται μονον σε τσοντες, τοτε τις φορουσαν ολες σχεδον οι γυναικες. Αντικαθιστουσαν τις καλτσοδετες και συγκρατουσαν τις καλτσες (που καλσόν τοτε). Οι καλτσες ειχαν ραφή και οι φέρουσες οφειλαν να την ρυθμιζουν ωστε να διατρεχει κνημη και μηρους ακριβως στο μεσον. Η κυρια της εικονας δεξια ειναι κατάπτυστος ως προς το δεξι (τω εισερχομένω), μπούτι διοτι η ραφη εχει στραβωσει. Η ραφή στις καλτσες εχει καταργηθει εδω και χρονια. Οι Θεούσες της "Ζωής" τις φοράνε ακομα και απορώ που τις βρίσκουν. Οι καλτσοδετες αποτελουσαν ξεχωριστο εξάρτημα, εσφιγγαν τα μπουτια και δημιουργουσαν σημαδια ή και και κιρσους. |
Αγνωστο ειδος με την συμερινη του μορφή. Χρησιμοποιουνταν χαρτοβαμβακας, ή πετσετάκια. Τα αντικειμενα αυτα κρυβοντουσαν επιμελώς απο την θεα των παιδιων κια ουδεις συζητουσε για αυτα.
Το καλοκαιρι καταργουσαμε τα παπουτσια . Ολοι γυρναγαμε ξυπολητοι μεσα και εξω απο το σπιτι.
Ειδος υπο εξαφάνιση, Τοτε ηταν και το προσφιλες δωρο. Εγω εχω 3-4 ζευγάρια εν αχρηστεια. Αναφερθηκε προσφατα οτι ο, μακαρία τη ληξει, Χριστοδουλος (ο "... και πασης Ελλαδος") κατέλειπε 600 ζευγαρια αδαμαντινα, χρυσα και ασημενια μανικετοκουμπα. Φαινεται οτι ο μακαριτης εκτος απο το οτι ετρωγε με 100 μασελες ηταν και εκατογχειρας.
Το '50 επιζουσαν ακομη τα ρολογια τσεπης. Ο παπους μου διεθετε ασημενιο με το μονογραμμα του. Ο πατερας μου μεχρι που εγινε 55 χρονων αρνιωταν να φορέσει ρολοι του χεριου επειδή το θεωρούσε "πουστριλέ". Χεριού ή τσέπης τα ρολογια θελανε καθημερινο κούρδισμα. Δεν επρεπε να βραχουν και στοιχιζαν μια περιουσία. |
Κυλινδρικο και πρασινο. Προστατευμένο στο κατω μερος με αλουμινοχαρτο. Το
καλύτερο ηταν του εργοστασιου Αλεπουδέλη.
Τα ΕΡΓΟΣΤΑΣΙΑ ΣΑΠΩΝΟΠΟΙΙΑΣ ΑΛΕΠΟΥΔΕΛΗ & ΣΙΑ .
Η οικογένεια Αλεπουδέλη κατάγεται από τα Αλιφαντά. Τα δύο αδέλφια Θρασύβουλος
και Παναγιώτης ίδρυσαν πυρηνελαιουργείο στην Κρήτη στα τέλη του 19ου αιώνα
και σαπωνοποιείο στον Πειραιά που άκμασε στο Μεσοπόλεμο. Παιδί του Παναγιώτη
Αλεπουδέλη και της Μαρίας Βρανά είναι ο ποιητής Οδυσσέας Ελύτης.
συνώνυμο της ξυριστικης μηχανης (αναλογα : κολυνος, ελβιελα, ΙΒΜ ). Βιομηχανικό προτυπο και σημα που ταυτιστικε με το ειδος του προιοντος. Ενα απο τα πολλα παραφερνάλλια που απαιτουνταν για το ξυρισμα. Η μηχανη ηταν μονιμο προικιό, τα ξυραφάκια ήταν αναλώσιμα. Αλλες μαρκες ηταν η ASTOR, WILKINGSON κλπ
Απαραίτητη για μετά το ξύρισμα. Εισαγόμενη απο τήν Γερμανια. |
Οι λεπίδες εκοβαν τα γενια αλλα πολλες φορες και το δερμα του προσωπου. Η αιμοραγια ηταν σοβαρη καθυστερηση για την πρωινή προετοιμασια. Η στυψη ηταν ενα αιμοστατικο σαν κιμωλια που σταματουσε αμεσως την αιμοραγια. |
Το μονοπωλιο της μπύρας μεχρι το 1963 το έχει ο Κάρολος Φιξ, προμηθευτης αλλά και ένθερμος υποστηρικτής της Βασιλικής Αυλής.
Σε μπουκαλι με ενσωματωμενο το πωμα. Λεμονάδα αεριουχος.
Δεν ειναι ο γνωστος σιμιγδαλενιος χαλβας ουτε ο ταχινενιος του μπακαλη. εινα καιτι που επιζει στις χαλβαδοπητες. Ενα υλικο που μοιάζει περισσοτερο με δομικο υλικο παρα με υλικο ζαχαροπλαστικης. Δεν νομιζω οτι θα σκεφτοταν κανεις να το κατασκευασει στο σπιτι του.
Ενα πελωριο βουνο απο χαλβα που μοιζει με μεγαλη ασβεστοπετρα με ενσωματωμενα αμυγδαλα. Το πουλαει ο χαλβατζης κοβοντας με ενα σφυρακι. Το κοματι δεν εχει παντα το ιδιο σχημα ουτε το ιδιο μεγεθος.
Τα αυγα ημερας ειχαν ημερομηνια με σφραγιδα και ηταν ακριβοτερα. Δεν ξερω τι εκαναν αυτα που δεν πουλιωνταν. Δεν ειδα πουθενα αυγα προχθεσινα ουτε ληγμενα.
Το πρώτο ΠΤΙ-ΜΠΕΡ Παπαδοπούλου φτιάχτηκε το 1922 στην κουζίνα της οικογένειας
Παπαδοπούλου στην Κωνσταντινούπολη. Σήμερα, τα μπισκότα ΠΤΙ-ΜΠΕΡ Παπαδοπούλου
κατέχουν την πρώτη θέση και είναι το αγαπημένο μπισκότο όλων των ηλικιών. Τοτε
ομως επρεπε να βαζεις, μετα το μασημα, το δακτυλο μες στο στομα σου για να
βγαλεις τα καταλοιπα που μπισκοτου που ειναν μετατραπει σε μια λασπωδη μαζα
που δεν εφευγε με τιποτα. Μετα την ελευση της ΑΛΑΤΙΝΗ τα μπισκοτα εγιναν τραγανα
και ο Παπαδόπουλος συμμορφώθηκε προς τις υποδειξεις του ανταγωνιστή του.
Το βασικό του πλενονέκτημα: ΤΡΕΧΟΥΜΕΝΟ ΚΡΥΟ ΝΕΡΟ
Το χάσαμε με τα ηλεκτρικά ψυγεία. Το καταλάβαμε πολύ αργά και τωρα δειλα-δειλά ξανε΄ρχεται η βρυση στα ηλ. ψυγεία-ντουλάπα.
οι μη προνομιούχοι επρεπε να πανε στα μπακαλιακα, καφενεία, περιπτερα οπου υπηρχε η επιγραφη ΤΗΛΕΦΩΝΟΝ ΔΙΑ ΤΟ ΚΟΙΝΟΝ ή στους τηλ. θαλαμους του ΑΕΤΕ (νυν ΟΤΕ) αρκει να διεθεταν το αναλογο κερμα. Συλληψη και ιδεα αρρωστημενη και εγκαιρως ναυαγήσασα.[1]
1. αν πρεπει να βρω περιπτερο να αγοράσω το κερμα (κι αν είχε) τηλεφωναω απ το περιπτερο και τελειώνω.
Πρωτεργάτης την κατασκευή σαπουνιου στην Ελλάδα ήταν ο θειος μου Επαμεινώνδας Χαρίλαος που μαζι με τον εξάδελφό του Ν. Κανελλόπουλο ίδυσαν την ΣΑΠΩΝΟΠΟΙΙΑ ΧΑΡΙΛΑΟΣ-ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ. Το σαπουνι τής πλυσης ήταν πράσινο σε αναλογίες τουβλου. Το σαπούνι της χρονιας, μας το εστελνε ο Θείος Επαμεινώνδας καθε χρόνο μεσα σε ξυλινα κιβωτια. | |
Ο θειος Επαμεινώνδας με επισημο ένδυμα. Παρατηρήστε το ψηλό κολλάρο και καπελλο ... και το εργοστάσιο στήν Ελευσίνα. | |
λουλάκι < μεσαιωνική ελληνική λουλάκιν < αραβική ليلك (līlak)
Το επιστημονικό όνομά του είναι ινδικό. Από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα χρησιμοποιούν το γαλάζιο του χρώμα για τη βαφή βαμβακερών υφασμάτων. Ήταν γνωστό στους αρχαίους Αιγύπτιους και στους Ινδούς και άρχισε να χρησιμοποιείται στην Ευρώπη από το 16ο αι.
Εζησα στην σκια 3 βασιλέων 2 Καραμανλήδων και 3 Παπανδρέου. | ||
Ο Γεωργιος Β' γιος του Κωνσταντίνου και υποστηρικτής
του Μεταξά. Φασίστας του κερατά. Αλλα δεν τον θυμάμαι γιατί πέθανε στα
1947 και εγώ ήμουν τότε μόνο 1 ετους. Οι αντιφρονούντες πήγαν και έγραψαν
στο αγαλμα του πατέρα του στο πεδιο του Αρεως, παραφράζοντας το Βαλωρίτη(1): αλλά και τον αποκαλούσαν «ο Γεώργιος ο Βούς» Η περιφρονηση του για τους ελληνες αποδεικνύεται απο την υπογραφή του «George II»: |
||
Κάπως καλύτερος του προκατοχου του, το ειχε ριξει σε μεταπολεμικη διαφημιστικη δραστηριοτητα και προπαγανδα για να τονωσει το κυρος της μοναρχιας με φιλανθρωπικες εκδηλώσεις υπερ των «συμμοριοπλήκτων». Ηταν λογοτερο αντιπαθής από τον Βου γιατι οι καιροι ηταν πιο ησυχοι και η νοοτροπια του δεν ειχε μεγαλα αποτελεσματα. Τα νήματα κινούσε η γυναίκα του Φρειδερικη ονομαζομένη, ουχί αδίκως, υπό του λαού «Φρίκη». Κατά τινας λέγεται οτι συντέλεσε η «Φρικη» στο θάνατο του Παύλου με την βοήθεια του Λεβίδη. Βλ. Δεξια εικ. Παύλος και το σκυλολόγιον (εις τα γόνατα Φρίκης και Ειρήνης). Ορθια η Σοφία της Ισπανίας.Οταν πέθανε ο Παύλος, η Φρίκη το ανακοίνωσε στον Κοκό με ένα στίχο του Αμλετ: "Ο,τι ζεί πεθαίνει από τον βίο στην αθανασία πηγαίνει". Θλίψη που τήν είχε η άτιμη! |
||
Δεξιά η Φρίκη και τ΄αδέλφια της με τη στολή της Χιτλερικής νεολαίας. Το μηκος του ονοματος της προκαλει φρίκη επισης: Frederica Louise Thyra Victoria Margaret Sophie Olga Cecily Isabelle Christina ουφ! |
||
Η περιφρόνησή του Παύλου για τους Έλληνες αποδεικνύεται απο την υπογραφή του «Paul»: | ||
Ο Κοκός ο έσχατος και αίσχιστος, κάλυψε καλά-καλά τους πραξικοπηματίες χουντικούς της 21/4/67 και μετά εκανε ενα πραξικοπημα οπερέτα και κυνηγούμενος απο «χωριου εις χωρίον» κατέληξε εις χωριον καλουμενον Λονδινον οπου και ζεί μεχρι σημερα γενοβολοντας (πολύτεκνος με 3 παιδια και 2 τσουπρες, με το συμπάθειο Αλεξία, Παύλος, Νικόλαος, Θεοδώρα, και Φίλιππος) με αγνωστους πορους. |
||
Τονιζω οτι δεν ασπαζομαι την αποψη «οτι ο αποθανών δεδικαίωται» για οποιονδήποτε και να με συγχωρήσει το 11% των ελλήνων που δήλωσαν υπερ της Μοναρχίας. |
Ο ΜΕΓΑΣ ΑΥΛΑΡΧΗΣ |
|
Φωτογραφία του Μεγάλου Αυλάρχη Δ. Λεβίδη. Δεν εκανε τιποτε το σπουδαίο: εδινε το στεφάνι για τον Αγνωστο Στραιώτη στον Βασιλέα, αλλα ερχοταν εφιππος με ενα οπερετικό καπέλο με φτερά που προκαλουσε την περιέργεια του φιλοθεάμονος κοινου. |
ΟΙ ΣΤΟΛΕΣ |
||
ΟΙ ΧΗΡΕΣ |
||
Στην κηδεια του αντρα τους φορουσαν πλερέζα [1]: ενα υφασμα διαφανες μαυρο σα μπουργκα. Δεν ξεχωριζες τιποτε. Θα μπορουσαν νε ειχαν στειλει και την υπηρετρια τους να τις υποκαταστήσει. Μετα φορούσαν βέλο[2]. Ενα μαυρο τούλι με μαυρους κομπους εδω και κει. | ||
1. Απο την μετοχή του Γαλλικού ρήματος pleurer=κλαιω >
pleureuse = η κλαίουσα 9πιστευω οτι φοριώταν για να κρυεψει το γεγονος
οτι ΔΕΝ ΕΚΛΑΙΓΑΝ, αλλα μετρούσαν : εννέα και σήμερα. |
ΟΙ ΣΤΡΑΤΙΩΤΕΣ |
||
Οι στρατιώτες κυκλοφορούσαν πάντοτε ένστολοι. Αν τους έπιανε η ΕΣΑ (Ελληνική Στρατιωτική Αστυνομία) με πολιτικά βρισκανε το διάβολό τους.: 20 μέρες φυλακή γιατί γυρνούσες με πολιτικά και 20 γιατί σε πιάσανε (απο το Διοικητή σου) | ||
ΑΡΒΥΛΑ ΜΕ ΝΤΟΚ |
||
Οταν πηγα εγω στρατιώτης στα 1970 τις φορουσαν οι φαντάροι-παλιοσειρές . Το ντοκ ήταν μια ενσωματωμενη γκετα απο το ιδιο δερμα με τις αρβύλες που εκλεινε με 2 αγκράφες. Στην σειά μου (70 Β ΕΣΣΟ) δωσανε αρβυλα με κορδονια.Τα κορδονια ηταν ποιο δυσκολο να λασκαρουν και μετα να σφιχθουν. Οι αγκράφες ομως του παλαιου μοντέλου ηταν μπρουντζινες και πιο βολικες, απαιτουσαν ομως γυάλισμα με μπράσσο. Και οι ΕΣΑτζήδες φορουσαν αρβυλλα με ντοκ μονο που τα εβαφαν ασπρα με στουπέτσι. |
||
ΜΠΕΡΕΔΕΣ |
||
Το εθνοσημο στο μπερέ ειχε κορωνα μεχρι το 70 οπου μπηκε το «πουλι του Παπαδόπουλου». Το μπερέ ηταν αγγλικό καπέλλο του στρατού και διατηρηθηκε απο τον εμφύλιο μεχρι την πτώση της χουντας. Μετα φορεθηκε το αμερικάνικο δίκωχο αλλα ειναι εκτος της εποχης που αναφερόμαστε. Οι διαφοροι «-σκουφηδες, μαυροσκούφηδες (ΤΘ), πρασινοσκουφηδες (ΛΟΚ), κοκκινοσκούφηδες (ΑΣ)» παρεμειναν με μπερέ ακόμα και όταν το δίκωχο καθιερώθηκε στον στρατό ξηρας. |
||
ΧΛΑΙΝΗ |
||
Αγγλικης κοψιάς στρατιωτικο παλτό. Αξιώθηκα να φορέσω σε μια ασκηση επιστράτευσης μια χλαινη Αγγλικης κατασκευης που ηταν ενα εκπληκτικο σε ζεστασια και ανεση ρουχο. Δυστυχως αντικατασταθηκε με αμερικανικο τζάκετ στη Δικτατορια. Η χλαινη ηταν το ρουχο του Αλβανικου. πβ. το τραγουδάκι του ΄70 «Καποτε στο Τεπελενι Ο Σταμούλης ο λοχίας |
||
ΜΑΝΔΥΑΣ |
||
Προπολεμικά οι αξιωματικοί φορούσαν μανδύα
(μπέρτα) όπως φαίνεται απο τήν εικόνα και ακούγαμε απο το ρεμπέτικο
τραγούδι κυρ-λοχαγέ, κυρ-λοχαγέ Ο Μαδύας δεν ειίε μανίκια και ήταν αρκετά μακρυς. Ειχε μια πολυ παλαια ιστορια στις στρατιωτικες στολες της αρχαιοτητας και του Βυζαντιου. Στον Β' Παγκ. πολεμο επικράτησε η χλαίνη με μανίκια και φαρδύ γιακά. |
||
ΛΑΣΤΙΧΑΚΙΑ |
Τα μπατζακια του παντελονιου του στρατιωτη οφειλαν να μπαινουν μεσα στις αρβύλες. Αυτο σημαινε συχνα βγαλσιματα και αναγκες ρυθμισεων με επικυψεις και καθυστερησεις. Η λυση ηταν ενα λαστιχο σαν κατσοδετα λιγο πανω ατο τον αστραγαλο. Τα μπαζακια γυριζαν προς τα μεσα και δεν εβγαιναν. Τα λαστιχακια ηταν ομως παραβαση του κασνονισμου και η χρηση τους ετιμωρειτο. | |
ΟΙ ΝΑΥΤΕΣ |
||
Αγγλική Στολή. Δεν υπηρχε εθνοσημο με κορώνες κττ. ομως το Ναυτικο ήταν ΒΑΣΙΛΙΚΟ Ναυτικό οπως και η αεροπορία. 3. Το παντελόνι το οποίο όμως έχει έναν ιδιαίτερα περίεργο τρόπο κουμπώματος, σχεδόν... αστείο και τρόπο σιδερώματος μπελαλήδικο: Θα πρέπει να έχει στα μπατζάκια πέντε οριζόντιες τσακίσεις, οι οποίες συμβολίζουν τους πέντε ωκεανούς, και σιδερώνεται από την ανάποδη πλευρά. 4. Η κολαρινα (απο το ιτ. collo, collaro) φοριέται πάνω από τη φανέλα του ναύτη, δένεται για την ακρίβεια, με τρόπο που θυμίζει... σουτιέν. Είναι αυτό που κάνει τον γιακά της μπελαμάνας να παίρνει ... χρώμα (σκούρο μπλε με 3 άσπρες ρίγες) και τετράγωνο σχήμα πίσω. 5. Είναι ένα μαύρο μαντήλι το οποίο δένεται γύρω από τον λαιμό και δηλώνει πένθος Οι Αγγλοι για τον Νέλσωνα και εμεις για το Εύδρομον «ΕΛΛΗ» που βύθισαν οι Ιταλοι φασίστες στήν Τήνο στις 15/8/1940. Το «ΕΛΛΗ» βυθίστηκε αύτανδρο και αποτέλεσε ένα προμήνυμα για την εμπλοκή και της Ελλάδας στον παραπάνω πόλεμο, δυόμισι μήνες αργότερα... 6. Είναι ένα σχοινάκι δεμένο σε θηλιά γύρω από τον λαιμό, με την άκρη του να καταλήγει σε ένα φιογκάκι που έχει η μπελαμάνα (βλ. 2), εκεί που ξεκινάει ο γιακάς. Θέλει να δηλώσει την αποφασιστικότητα του ναύτη, αν καταλάβει πως πέφτει στα χέρια του εχθρού, να δώσει έτσι τέλος στη ζωή του... |
||
ΟΙ ΑΕΡΟΠΟΡΟΙ |
||
Δεν υπήρχαν και πολλοι χαρακτηριστικο οτι φορουσαν και αυτοι δικωχο στολη εγγλεζικου τυπου με το χαρακτηριστικο χρώμα ΡΑΦ. δηλ. RAF Royal Air Forces - Βασιλική Αεροπορία. |
ΟΙ ΤΣΟΛΙΑΔΕΣ |
|
Ή ευζωνοι ή Τσολιάδες. Τωρα εχουν επιζήσει μονο στην Προεδρική φρουρά. Ορατοί έξω από το Προεδρικό Μέγαρο και μπροστά στο μνημείο του 'Αγνωστου Στρατιώτη. Φορουν τα παραδοσιακα: φουστανέλλα τσαρουχι, φουντα, φέσι. Αποτελουν το σημα κατατεθεν της χωρας. Η παλαι ποτε βσιλική φρουρά ειχα και βρακοφορους Τότε οι εύζωνοι δεν είχαν το αποκλειστικό προνόμιο να φρουρούν τον Άγνωστο Στρατιώτη. Κάθε βδομάδα εναλλάσσονταν ο στρατός ξηράς, η αεροπορία, το ναυτικό. Το απερχόμενο Σώμα παρέδιδε στο επόμενο σε ειδική τελετή, την «αλλαγή φρουράς» με σταμάτημα της συγκοινωνίας το μεσημέρι της Κυριακής, μίνι-παρέλαση και μπόλικο ταρατατζούμ. Θεωρείτο αξιοθέατο για μας ως πιτσιρικάδες. Τώρα γίνεται το ίδιο βιολί μόνο που η έννοια της αλλαγής πήρε την κατηφόρα, ως συνήθως. Οι Εύζωνοι παραδίδουν στους Ευζώνους. Οι ευζωνοι, ως φρουροί, κάνουν κάτι καραγκιοζηλίδικους βηματισμούς προς τέρψιν των τουριστών. Οι τουρίστριες τέρπονται και από τους εξοδούχους τσολιάδες που τώρα κυκλοφορούν με πολιτικά. Αντιστοιχοι προς τους γρεναδιέρους των Ανακτόρων του Μπάκινχαμ. Ενα τουριστικό σόου που λέμε στο Ελλάντα. Στον καιρό μας υπήρχε και τάγμα ευζώνων. Κυκλοφορούσαν με στολή εξόδου χακί για το καλοκαίρι και μπλέ τον χειμώνα. Ηταν πολύ ωραία στολή. Το τσαρούχι ειχε πάντα προκαδούρα και έκανε κάμποση φασαρία. (πβ. την έκφραση «μπηκε με τα τσαρούχια στο πανεπιστήμιο», δηλαδή θορυβωδώς μεν, αλλά εντίμως όχι ακροποδητί και κρυφίως) |
|
[2] Έτσι κατάλαβα την σημασία μιας κατάρας που άκουσα από κάποιο φίλο μου, Κρητικό : "Που ν
' άμπει ο Διάολος μέσα σου και να΄ναι και τσαγκάρης.". Προφανώς για να σε τρυπάνε οι βελόνες την ώρα που θα σφίγγει τους σπάγκους της σόλας.
[3] Πρβλ. Το τραγουδάκι του Λευτερη Παπαδοπουλου
Βρήκα σύννεφο δυο τοπία
Για να ράψω ρούχα
Φόρεσα και δίσολο σεβρό.σεβρό το (ουσιαστικό) [ ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ :γαλλ. λ. chevreau = το κατσικάκι] το λεπτό και μαλακό κατσικίσιο δέρμα που έχει κατεργαστεί και χρησιμοποιείται για να κατασκευάζονται γάντια, παπούτσια κλπ. Σε χρήση και ο πληθυντικος "σεβρά".
Δίσολο σεβρό = Το δερμα του παπουτσιού ειναι απο μαλακό σεβρ'ο, το δε κάτυμα, η σόλα, ειναι διπλή για στερεότητα και διάρκεια. Αρα εξαιρετικό παπούτσι.